Τα Εγκώμια της Θεοτόκου στο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων (ΒΙΝΤΕΟ+ΦΩΤΟ)

Την Τρίτη, 27 Αυγούστου 2024, πραγματοποιήθηκε η τελετή των Εγκωμίων – η ακολουθία του Επιταφίου της Θεοτόκου στο Πατριαρχείο και στη Γεθσημανή – στο Θεομητορικό Μνήμα.

Η Πατριαρχική Συνοδεία για την τελετή αυτή ξεκίνησε από την Πύλη του Πατριαρχείου και, μέσω της Χριστιανικής Οδού, πεζή, με υποδοχή από τους ηγουμένους της Παναγίας Σεϊδανάγιας, του Αγίου Χαραλάμπους, του Πραιτωρίου, του Αγίου Νικοδήμου, των Αγίων Θεοπατόρων Ιωακείμ και Άννας, και του Αγίου Στεφάνου, κατέβηκε προς το Ηγουμενείο του Προσκυνήματος της Γεθσημανής. Εκεί έγινε μία μικρή ανάπαυση για την ένδυση των Ιερέων και την υποδοχή στο προαύλιο του Ιερού Ναού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου.

Με την ευλογία της εισόδου και το θυμίαμα, η Πατριαρχική Συνοδεία, ψάλλοντας τα τροπάρια «Εν τη Γεννήσει την παρθενίαν εφύλαξας…» και «Απόστολοι εκ περάτων…», κατέβηκε τα σκαλιά του Ιερού Ναού και ακολούθησε η προσκύνηση του Θεομητορικού Μνήματος.

Στη συνέχεια, αφού ο Πατριάρχης ξεκίνησε η ακολουθία των Εγκωμίων της Θεοτόκου σε τρεις Στάσεις.

Μετά το τέλος κάθε Στάσης τελέστηκε το θυμίαμα στο Θεομητορικό Μνήμα, στον Ναό και στο παρεκκλήσι των Αγίων Θεοπατόρων. Το θυμίαμα της Α’ Στάσης έγινε από τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων κ. Θεόφιλο, της Β’ Στάσης από τον Μητροπολίτη Καπιτωλιάδος κ. Ησύχιο, και της Γ’ Στάσης από τον Έξαρχο του Παναγίου Τάφου στην Κύπρο, Μητροπολίτη Βόστρων κ. Τιμόθεο, ενώ τα Εγκώμια ψάλλονταν από τους Αρχιερείς, Ιερείς και Ιεροψάλτες.

Πριν από τα Εξαποστειλάρια, τον πανηγυρικό λόγο της ημέρας εκφώνησε ο Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντίνης κ. Αρίσταρχος, ως εξής:

Κήρυγμα τοῦ Γέροντος Ἀρχιγραμματέως

Σεβασμιωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντίνης Ἀριστάρχου εἰς τά Ἐγκώμια τῆς Θεοτόκου εἰς τό Θεομητορικόν Μνῆμα

τήν 14ην/ 27ην Αὐγούστου 2024.

Μακαριώτατε Πάτερ καί Δέσποτα, Σεβασμία τῶν ἱεραρχῶν χορεία,

κ. Γενικέ Πρόξενε τῆς Ἑλλάδος, Εὐλαβεῖς ἱερεῖς, Εὐσεβεῖς προσκυνηταί,

Μεγάλη, σεπτή καί σεβάσμια εἶναι ἡ ἑορτή, τήν ὁποία ἑορτάζει ἡ Ἐκκλησία σήμερα. Ἑορτή τῆς Κοιμήσεως τῆς πάνυ ὑπερευλογημένης ἐνδόξου Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καί ἀειπαρθένου Μαρίας. Ἑορτή παγκόσμια στήν Ἐκκλησία ὅλη ἀνά τά πέρατα τοῦ κόσμου. Ἑορτή ὅμως ἰδιαίτερα στόν τόπο τῆς Κοιμήσεώς της, Σιών τήν ἁγία καί τοῦ ἐνταφιασμοῦ της, «Γεθσημανῇ τῷ χωρίῳ».

Στό νόημα τῆς ἑορτῆς μᾶς μυσταγωγεῖ θεολογικῶς καί ἐπαγωγικῶς ἡ πλούσια ὑμνολογία Θεοπνεύστων ἐγκρίτων Πατέρων καί ποιητῶν τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως τῶν ἁγίων Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ, Κοσμᾶ τοῦ μελῳδοῦ καί ἄλλων. Οἱ Πατέρες αὐτοί μᾶς διαβεβαιώνουν ὅτι μᾶς παραδίδουν αὐτό πού παρέλαβαν ἀπό τήν Ἐκκλησία, αὐτό πού μετέδωσε σ’αὐτούς ἡ παράδοση, τήν ὁποία μᾶς συνιστοῦν νά διατηροῦμε ἀναλλοίωτη.

Γιά τήν κατανυκτική καί μεγαλοπρεπή Ἐπιτάφια Θεομητορική ἑορτή μας σήμερα «Ἡ ἡ ἀπ’ ἀρχῆς παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μᾶς πληροφορεῖ ὅτι ἡ Παρθένος Μαριάμ, κόρη τῶν ἁγίων Θεοπατόρων Ἰωακείμ καί Ἄννης, ἐκοιμήθη ἐπί τοῦ ὄρους Σιών καί ἐκηδεύθη καί ἐνεταφιάσθη ἀπό τούς «Θεαρχίῳ νεύματι» συναχθέντας ἁγίους ἀποστόλους στή Γεθσημανῆ καί μάλιστα στό ἐνώπιον ἡμῶν σεπτό μνῆμα της. Γιά τό θάνατο αὐτό ἡ Ἐκκλησία δέν θρηνεῖ, ἀλλά πανηγυρίζει, χαίρει καί ἀγάλλεται, «ἐν φωναῖς ἀλαλάζει, ἐν ᾠδαῖς μελῳδεῖ», γιατί πρόκειται γιά κοίμηση, μετάσταση, μεταβίωση, ἀλλαγή καταστάσεως ζωῆς, ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς καί ἄλλοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Πρόκειται γιά μετάβασή της μέσῳ τοῦ θανάτου στόν οὐρανό, ὄχι τῆς ψυχῆς καί τοῦ πνεύματος μόνο ἀλλά καί τοῦ σώματός της. Ψυχῇ τε καί σώματι, ὅπως ἀπεικονίζεται στήν εἰκόνα τῆς Κοιμήσεως, παρέλαβεν αὐτήν ὁ Κύριος καί Υἱός της καί ἐκάθισεν ἐκ δεξιῶν Του «περιβεβλημένη στολῇ λευκῇ», ὡς πρώτη μετά Θεό τῆς θριαμβευούσης Ἐκκλησίας, ὑπεράνω τῶν οὐρανίων Ταγμάτων, πρεσβεύουσα ὑπέρ τῶν τιμώντων αὐτή καί ὑπέρ τοῦ κόσμου ὅλου. Ὁ θάνατος τῆς Θεοτόκου ἔγινε γιά ἐκείνη γέφυρα καί διαβατήριο γιά τήν αἰώνια ζωή, ἀνάσταση πρό τῆς κοινῆς ἀναστάσεως.

Στήν ἐρώτησή μας πῶς καί γιατί συνέβη τοῦτο, πῶς τοσαῦτα καί τοιαῦτα μεγαλεῖα γιά τήν Παρθένο Μαρία, ἡ Ἐκκλησία ἀπαντᾷ, γιατί ὁ Ὕψιστος τήν ἐπέλεξε, προώρισε καί ἐκάλεσε νά γίνει συνεργάτις Του στό ἔργο Του τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου, στό ἔργο τῆς σαρκώσεως, τῆς Ἐνανθρωπήσεως τοῦ Υἱοῦ Του καί ἐκείνη ἀπεδείχθη ἀξία τῆς κλήσεως, ἐλευθέρως ἀπεδέχθη τήν κλήση λέγουσα, «γένοιτό μοι κατά τό ρῆμά σου». Τότε ὁ Θεός κατοίκησε ἐντός της, «ἔκαμε Θρόνο τή μήτρα της» καί δέν τήν κατέκαυσε, παρά τό ὅτι ὁ Θεός ἡμῶν εἶναι «πῦρ καταναλίσκον». Ὄχι μόνο κατοίκησε ἐντός της ὁ Θεός, ἀλλά καί ἀπό τή σάρκα της ἐδανείσθη τήν ἀνθρωπίνη φύση Του.

Ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καί ἐκ τῶν ἁγνῶν αἱμάτων της ὁ Ἀσώματος ἐσωματώθη, ὁ Ἄναρχος ἔλαβε ἀρχή χρονική ὡς ἄνθρωπος, προσέλαβε σάρκα ἔμψυχη καί ἔλλογη ἀπό τήν Ἁγία Παρθένο, προσέλαβε τόν ἄνθρωπο ὅλο, ὁ Θεός ἔγινε καί ἄνθρωπος, Θεάνθρωπος. Ὅπως ψάλλει ἡ Ἐκκλησία, ἡ Παρθένος Μαρία «ἐδάνεισε σάρκα εἰς τόν παντεχνήμονα Λόγο», «Ὁ Θεός ἐκ τῶν λαγόνων αὐτῆς προῆλθε», δηλαδή ἐκείνη ἔτεκε, ἐγέννησε τό Θεό καί γιά τοῦτο δικαίως ὀνομάζεται καί εἶναι «Θεοτόκος».

Στό ἄχραντο πρόσωπό της ἐπαληθεύονται οἱ λόγοι τοῦ ὑμνῳδοῦ σήμερα, « Νενίκηνται, [ἔχουν νικηθῆ], οἱ ὅροι τῆς φύσεως ἐν σοί Παρθένε ἄχραντε, γιατί «παρθενεύει τόκος», δηλαδή συμβαίνει τοκετός, ἡ γέννησις τοῦ Χριστοῦ, ἀπό μητέρα Παρθένο «καί ζωήν προμνηστεύεται θάνατος» καί ὁ θάνατος ἀρραβωνίζεται τή ζωή, ὁ θάνατος συμβαίνει, γιά νά μεταβεῖ ἡ Θεοτόκος στή ζωή. Εἶναι ἡ «μετά τόκον Παρθένος καί μετά θάνατον ζῶσα», «ἡ σώζουσα ἀεί τήν κληρονομίαν της», τό χριστεπώνυμο πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας.

Οὐδέν ἀνώτερον τούτου. Τοῦτο εἶναι τό βάθος τοῦ μυστηρίου τῆς οἰκονομίας τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία μας, τό ὁποῖο ἐπετελέσθη διά τῆς Παρθένου. Ἡ Θεοτόκος εἶδε τικτόμενο ὡς ἄνθρωπο τόν πρίν ἄσαρκο Υἱό καί Λόγο τοῦ Θεοῦ. Εἶδε ὁρατό τόν ἀόρατο, Τόν κράτησε στίς ἀγκάλες της, Τόν ἐσπαργάνωσε, Τόν γαλακτοτρόφησε, Τόν διακόνησε πιστά σέ ὅλο τόν ἐπί γῆς ἔνσαρκο βίο Του ἕως καί τό ποτήριο τοῦ σταυροῦ.

Ἑπομένως ἡ ἀποδιδομένη ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τιμή καί εὐλάβεια στό πρόσωπο τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ὀφείλεται στήν ἁγία ὑπεραγία ζωή της, ἡ ὁποία δέν εἶχε προσωπικό ἁμάρτημα παρά μόνο τό Προπατορικό καί τοῦτο «ἀνέργητον», ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, ἀλλά πρωτίστως ἡ τιμή αὐτή εἶναι εἶναι ἄρρηκτα συνδεδεμένη μέ τό ἐπιτελεσθέν δι’ αὐτῆς μυστήριο τῆς Ἐνανθρωπήσεως τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Μείωση τῆς τιμῆς πρός τό πρόσωπο τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, ὅπως συμβαίνει στίς Ἐκκλησίες τῆς Διαμαρτυρομένης τοποθετήσεως, συνεπάγεται μείωση τῆς σημασίας τοῦ μυστηρίου τῆς Ἐνανθρωπήσεως τοῦ Χριστοῦ. Μείωση τῆς σημασίας τοῦ μυστηρίου τούτου δημιουργεῖ καί ἡ ἀπόπειρα ἀπαλλαγῆς τῆς Θεοτόκου ἀπό τό Προπατορικό ἁμάρτημα διά τῆς λεγομένης Θεολογίας τῆς Μαριολογίας τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς Ἐκκλησίας.

«Συνηγμένοι, συγκεντρωμένοι, σήμερα καί ἐμεῖς σέ ἱερά Σύναξη ὑπό τόν σεπτό Προκαθήμενο τῆς Σιωνίτιδος Ἐκκλησίας Μακαριώτατο Πατέρα ἡμῶν καί Πατριάρχη Ἱεροσολύμων κ. Θεόφιλο πέριξ τοῦ σεπτοῦ ἐπιταφίου σκηνώματος τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καί ἐνώπιον τοῦ Θεομητορικοῦ μνήματος, ἄς ἀναχθοῦμε προσευχητικῶς στό ὕψος τῆς Θεολογίας τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας.

Ἄς προσέλθουμε καί ἐμεῖς μέ εὐλάβεια καί φόβο, ὅπως ὁ Μωϋσῆς πρό τῆς φλεγομένης καί μή καιομένης βάτου, δηλαδή πρό τοῦ μυστηρίου τῆς ἀειπαρθενίας τῆς Θεοτόκου. Ἄς λύσουμε καί ἐμεῖς τόν ἱμάντα τῶν προσωπικῶν παθῶν μας, πάντα σύνδεσμο ἀδικίας καί κακίας. Ἄς ἀκολουθήσουμε τόν ἅγιο Ἰωάννη τό Δαμασκηνό λέγοντα «Δεῦτε καί ἡμεῖς τῷ τάφῳ προσέλθωμεν τῆς Θεομήτορος, καί περιπτυξώμεθα, καρδίας, χείλη, ὄμματα, μέτωπα εἰλικρινῶς προσάπτοντες καί ἀρυσώμεθα ἰαμάτων ἄφθονα χαρίσματα ἐκ πηγῆς ἀενάου βλυστάνοντα».

Ἄς ζητήσουμε τήν ἀρωγή τῆς Θεοτόκου, τίς πρεσβεῖες πρός τόν Υἱό της, γιατί ἔχει παρρησία, γιά προστασία τῶν εἰς τήν Ἁγία Γῆ καί ἀλλαχοῦ ἐπαπειλουμένων χριστιανῶν, γιά τήν παραμυθία καί θεραπεία τῶν ἀσθενούντων, γιά τή βοήθεια τῶν αἱματοκυλιομένων καί χειμαζομένων στούς αἱματηρούς πολέμους ἀπό τούς κυβερνήτας τῆς γῆς, γιά καθοδήγηση τῆς νεολαίας, γιά τήν ἐν Χριστῷ ἑνότητα τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, γιά τήν προστασία τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος – δημιουργίας τοῦ Θεοῦ ἀπό τούς ἀσυνειδήτους ἐμπρηστές, γιά προστασία τῶν δεχομένων παρά τοῦ Πατριαρχείου ἄσυλο στήν ἱερά Μονή τοῦ ἁγίου Πορφυρίου Γάζης καί γιά τήν προστασία τοῦ Θεομητορικοῦ Μνήματός της ἀπό πάσης κακοβούλου ἐπιβουλῆς ἐναντίας.

Ἄς εὐχαριστήσουμε τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο γιά ὅσα εὐεργετήματα δι’ αὐτῆς ἦλθαν στό ἀνθρώπινο γένος, ἐξ ὧν τό πρῶτο καί ὑπεράνω ὅλων ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, καί ἄς ἀναφωνήσουμε μετά τοῦ κατ’ ἐξοχήν ὑμνητοῦ αὐτῆς ἁγίου Κυρίλλου Ἀλεξανδρείας στό λόγο του στήν Γ΄ Οἰκουμενική Σύνοδο τῆς Ἐφέσου:

«Χαίροις Μαρία Θεοτόκε Παρθενομήτωρ, Φωτοφόρε,

Χαίροις Μαρία, σκεῦος ἀμίαντον, τό κειμήλιον τῆς οἰκουμένης».

Πρέσβευε δεόμεθα ὑπέρ τῆς Ἐκκλησίας Ἱεροσολύμων καί ὑπέρ τῆς οἰκουμένης ὅλης. Γένοιτο».

Στη συνέχεια, ψάλθηκαν τα Ευλογητάρια, οι Αίνοι και η Δοξολογία και πραγματοποιήθηκε η προσκύνηση του Επιταφίου της Θεοτόκου από τους Αρχιερείς.

Ακολούθησε η περιφορά του Επιταφίου της Θεοτόκου μέχρι την Πύλη του Ιερού Ναού, εσωτερικά, η Δέηση, το Απολυτίκιο και η Απόλυση. Τέλος, η σεπτή εικόνα τοποθετήθηκε για προσκύνηση πίσω από το Θεομητορικό Μνήμα, απέναντι από τον χώρο της Πλατυτέρας, μέχρι την εορτή της Αποδόσεως της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, όπου όλοι προσκύνησαν.

Μετά την ολοκλήρωση της τελετής, η Πατριαρχική Συνοδεία ανέβηκε στο ηγουμενείο, όπου ο ανακαινιστής του ηγουμενείου και της περιοχής γύρω από το Προσκύνημα, Μητροπολίτης Ελενουπόλεως κ. Ιωακείμ, προσέφερε ένα νηστήσιμο κέρασμα.