Πατριάρχης Ιεροσολύμων: Δοκιμάζεται η Αγία Γη εν μέσω συγχύσεως και πολεμικών συρράξεων

Την Πέμπτη, 16ην Νοεμβρίου 2023, εορτάστηκε στο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων η εορτή του Αγίου ενδόξου μεγαλομάρτυρος Γεωργίου του Τροπαιοφόρου.

Κατά την εορτή αυτήν η Εκκλησία ιδία η των Ιεροσολύμων αναμιμνήσκεται ότι το λείψανον του Αγίου Γεωργίου μετά το μαρτύριό του εις Ρώμην, η μνήμη του οποίου εορτάζεται την 23ην Απριλίου, συμφώνως προς οδηγίαν του ιδίου, μετεκομίσθη υπό του υπηρέτου του και ενεταφιάσθη στη Λύδδα, πόλη καταγωγής της μητρός του .

Επί του τάφου του Αγίου Γεωργίου, ότε έλαμψεν η ευσέβεια επί Μεγάλου Κωνσταντίνου, ανήγειρε μεγαλοπρεπή Βασιλικήν η Αγία Ελένη, ότε ήλθεν εις τους Αγίους Τόπους και ετελέσθησαν τα εγκαίνια αυτής. Η μνήμη του γεγονότος των Εγκαινίων τούτων εορτάζεται ωσαύτως την 3ην μηνός Νοεμβρίου μετά του γεγονότος της επανακομιδής του λειψάνου.

Εις την Βασιλικήν αυτήν εωρτάσθη η μνήμη της ανακομιδής του σεπτού λειψάνου του Αγίου Γεωργίου δι’ Εσπερινού αφ΄ εσπέρας, χοροστατούντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ελενουπόλεως κ. Ιωακείμ και θείας Λειτουργίας την πρωΐαν, της οποίας προεξήρξεν ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων κ.κ. Θεόφιλος, συλλειτουργούντων Αυτώ του Αρχιεπισκόπου Κωνσταντίνης κ. Αριστάρχου, του Μητροπολίτου Ελενουπόλεως κ. Ιωακείμ και του Αρχιεπισκόπου Μαδάβων κ. Αριστοβούλου, των Αγιοταφιτών Αρχιμανδριτών, ων πρώτος ο Αρχιμανδρίτης π. Νεκτάριος, Ιερωνύμου, Νήφωνος και Χριστοδούλου, του π. Χάδερ Μπαράμκη, του Αρχιδιακόνου π. Μάρκου και των Ιεροδιακόνων π. Ευλογίου και π. Δοσιθέου, ψαλλούσης της χορωδίας της Κοινότητος και μετέχοντος ευσεβούς λαού προσελθόντος παρά την εμπόλεμον κατάστασιν, τη παρουσία των Πρέσβεων της Σερβίας και της Αλβανίας εις Ισραήλ.

Εις το Κοινωνικόν της θείας Λειτουργίας ο Πατριάρχης εκήρυξε τον θείον λόγον, ως έπεται:

«Όρει μαρτυρίου προσεπέβης, και στέφος εδέξω Αθλοφόρε, εκ χειρός του Κυρίου· τούτο γαρ εστι το γέρας των Μαρτύρων· όθεν σε πάντες, επαξίως μεγαλύνομεν».

Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί,

Ευλαβείς Χριστιανοί και προσκυνηταί,

Σήμερον συγκαλείται ημάς η του Αθλοφόρου Γεωργίου παγκόσμιος πανήγυρις.

Σήμερον η χάρις του Αγίου Πνεύματος, η αναδείξασα τον πιστόν δούλον και μάρτυρα της αγάπης του Χριστού Γεώργιον τον γενναίον, συνήγαγε πάντας ημάς εν τη αγιογραφική πόλει Λύδδη, ίνα εορτάσωμεν τα εγκαίνια του επωνύμου ναού αυτού, ήτοι την κατάθεσιν του τιμίου αυτού σκηνώματος.

Ο θαυμαστός Γεώργιος, γόνος πλουσίας και ευγενούς οικογενείας, καταγόμενος εκ Καππαδοκίας, υπηρέτει ως αξιωματικός εις τας τάξεις του Ρωμαικού στρατού, επί αυτοκράτορος Διοκλητιανού (284-305). «Του ούν ρηθέντος αυτοκράτορος κηρύξαντος απηνή διωγμόν κατά των Χριστιανών, ο Γεώργιος Χριστιανόν εαυτόν ανεκήρυξε, την των ειδώλων ματαιότητα και ασθένειαν διελέγχων και μυκτηρίζων τους πιστεύοντας εις αυτά. Το δε μαρτύριον αυτού ο αθλοφόρος Γεώργιος υπέστη εν Ρώμη ή εν Διοσπόλει της Παλαιστίνης, τη μετονομασθείση Γεωργιουπόλει, τη σημερινή δηλονότι πόλει Λύδδη, ένθα το κενοτάφιον και ο επ’ αυτού ιστορικός και μεγαλοπρεπής ναός», κατά τον βιογράφον αυτού Πασικράτην.

Ο μέγας Γεώργιος, ο συνδέσας την ομολογίαν της πίστεως αυτού εις Χριστόν εσταυρωμένον και αναστάντα εκ νεκρών μετά της αγίας Γης ανεδείχθη του μυστηρίου της ευσεβείας, τουτέστιν της θείας Οικονομίας, γεωργός δίκαιος, ως αναφωνεί και ο υμνωδός αυτού: «Αξίως του ονόματος επολιτεύσω στρατιώτα Γεώργιε· τον σταυρόν γαρ του Χριστού επ’ ώμων αράμενος, την εκ διαβολικής πλάνης, χερσωθείσαν γην εκαλλιέργησας, και την ακανθώδη θρησκείαν των ειδώλων εκριζώσας, της ορθοδόξου πίστεως κλήμα κατεφύτευσας· όθεν βλυστάνεις ιάματα, τοις εν πάση τη οικουμένη πιστοίς και Τριάδος γεωργός, δίκαιος ανεδείχθης…».

Επειδη ακριβώς την ακανθώδη θρησκείαν των ειδώλων εξερρίζωσε και το κλήμα της Ορθοδόξου πίστεως κατεφύτευσεν ο αοίδιμος μάρτυς Γεώργιος, εγένετο γνωστός εις όλην την Οικουμένην λάμπων ώσπερ ήλιος και ως αστήρ πολύφωτος. Απόδειξις τούτου ότι ο μεγαλομάρτυς Γεώργιος θεωρείται επισήμως προστάτης πολλών λαών και εθνών μέχρι των ημερών ημών.

Ο παμμακάριστος Γεώργιος διακρίνεται μεταξύ των Αγίων Μαρτύρων της Εκκλησίας, διότι ούτος, ως άλλος απόστολος, εγένετο κήρυξ της αληθείας του Ευαγγελίου του Χριστού ουχί μόνον διά λόγου αλλά και διά του αίματος αυτού.

Εμπνεόμενος από την προτροπήν του Κυρίου «μη φοβηθήτε από των αποκτενόντων το σώμα την δε ψυχήν μη δυναμένων αποκτείναι» (Ματθ. 10,28) και «όταν προσφέρωσιν υμάς…. επί τας αρχάς και τας εξουσίας μη μεριμνάτε πως ή τι απολογήσησθε ή τι είπητε· το γαρ Άγιον Πνεύμα διδάξει υμάς εν αυτή τη ώρα α δεί ειπείν», (Λουκ. 12, 11-12), ο ένθεος Γεώργιος υπέρ Χριστού επυρούτο, εφλέγετο. Διό και ο υμνωδός λέγει: «ενίκα γαρ ο πόθος την φύσιν [την ανθρωπίνην] διά θανάτου πείθων τον εραστήν [Γεώργιον] διαβήναι προς τον ποθούμενον Χριστόν τον Θεόν και Σωτήρα των ψυχών ημών».

Με άλλα λόγια, ο Άγιος Γεώργιος, έχων θείον ζήλον εν τη καρδία αυτού, αυτός εαυτόν προσήγαγε θυσίαν ζώσαν, αγίαν, ευάρεστον τω Θεώ (Πρβλ. Ρωμ. 12,1), εισακούων της φωνής του θείου Παύλου, «εμοί γαρ το ζην Χριστός και το αποθανείν κέρδος», (Φιλιπ. 1,21). Ιδού ο λόγος, διά τον οποίον ο Γεώργιος εγένετο μιμητής και κοινωνός του πάθους του Χριστού. «Ο  μένων εν εμοί καγώ εν αυτώ, ούτος φέρει καρπόν πολύν, ότι χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν»,  (Ιωάν. 15,5), λέγει Κύριος.

Αξιοσημείωτον ότι οι μάρτυρες της αγάπης του Δικαίου, τουτέστιν του Χριστού, οι  οποίοι εμπαιγμών και μαστίγων πείραν έλαβον έτι δε δεσμών και φυλακής· και ελιθάσθησαν, επρίσθησαν, επειράσθησαν και εν φόνω μαχαίρας απέθανον, (Πρβλ. Εβρ. 11, 36-37)· εις ένα και μοναδικόν σκοπόν απέβλεπον, εις την βασιλείαν του Θεού, την δόξαν και την δικαιοσύνην Αυτού. Φωτισθέντες ούτοι υπό του Αγίου Πνεύματος εθεώρουν τον Χριστόν, κατά την υπόσχεσιν Αυτού ειπόντος: «ουκ αφήσω υμάς ορφανούς· έρχομαι προς υμάς… ο κόσμος με ουκέτι θεωρεί, υμείς δε θεωρείτέ με, ότι εγώ ζω και υμείς ζήσεσθε», (Ιωάν. 14, 18-19).

Οι Κυριακοί ούτοι λόγοι, «υμείς δε θεωρείτέ με ότι εγώ ζω και ημείς ζήσεσθε» (Ιωάν. 14,19), απευθύνονται και εις ημάς, αγαπητοί μου αδελφοί, τόσον διά των αγίων μαρτύρων Αυτού και δη του μεγαλομάρτυρος Αυτού Γεωργίου, όσον και διά της αγίας ημών Εκκλησίας, η οποία είναι το σώμα του σταυρωθέντος και αναστάντος ημών Χριστού.

Λέγομεν δε τούτο, διότι κατά τας λατρευτικάς ημών συνάξεις και ιδιαιτέρως κατά την σύναξιν του μυστηρίου της θείας Ευχαριστίας, έχομεν μεθ’ ημών και εν μέσω ημών παρόντα και ζώντα τον Χριστόν, τον «Ήλιον της Δικαιοσύνης» και τον Θεόν της ειρήνης και της αγάπης. Προσέτι δε έχομεν την ζώσαν μαρτυρίαν της καταθέσεως των ιερών λειψάνων του αγίου μεγαλομάρτυρος Γεωργίου εις το ενταύθα  ευρισκόμενον σεπτόν αυτού κενοτάφιον. «Ο Θεός επείρασεν αυτόν [τον Γεώργιον] και εύρεν αυτόν αξίον εαυτού·  ως χρυσόν εν χωνευτηρίω εδοκίμασεν αυτόν και ως ολοκάρπωμα θυσίας προσεδέξατο αυτόν», (Σοφ. Σολ. 3, 5-6).

Σήμερον ως φως ιλαρόν αγίας δόξης καταυγάζει το εόρτιον τούτο γεγονός της μνήμης των εγκαινίων του ιερού τούτου Ναού του Αγίου Γεωργίου, της καταθέσεως δηλονότι των ιερών αυτού λειψάνων εν μέσω συγχύσεως και πολεμικών συρράξεων, υπό των οποίων δοκιμάζεται η Αγία Γη.

Δεηθώμεν και ημείς, αγαπητοί μου αδελφοί, του Πατρός των Φώτων, ίνα ταίς πρεσβείαις της Υπερευλογημένης Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας συν ταίς ικεσίαις του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου του Τροπαιοφόρου, το φως της απείρου φιλανθρωπίας Αυτού του Θεού καταυγάση τας διανοίας των κρατούντων και κατευθύνη τα διαβήματα αυτών εις την οδόν της ειρήνης και της συνδιαλλαγής. Αμήν. Έτη πολλά και ειρηνικά».

Επακολούθησε δεξίωσις και γεύμα.

Η εορτή αυτή εωρτάσθη επίσης εν τη Παλαιά Πόλει των Ιεροσολύμων εις την Ιεράν Μονήν του Αγίου Γεωργίου Εβραικής διά θείας Λειτουργίας την πρωΐαν τη επιμελεία και τη προετοιμασία της μοναχής Κυριακής, αντικαθιστώσης την ανακαινίσασαν τον Ιερόν Ναόν καθηγουμένην μοναχήν Μαριάνναν, αποκλεισθείσαν εις Κύπρον, λόγω της συνεχιζομένης εμπολέμου καταστάσεως. Εωρτάσθη ωσαύτως και εις την Ιεράν Μονήν Αγίου Γεωργίου του Νοσοκομείου δι’ Εσπερινού αφ’ εσπέρας και θείας Λειτουργίας την πρωΐαν, προεξάρχοντος του Δραγουμάνου Αρχιμανδρίτου π. Ματθαίου, ψάλλοντος εις τον Εσπερινόν του Σεβασμιωτάτου Αρχιεπισκόπου Λύδδης κ. Δημητρίου, και του Ιεροδιακόνου π. Συμεών, τη επιμελεία και φροντίδι της συντηρησάσης τας εικόνας της Μονής καθηγουμένης μοναχής Πανσέμνης.

Πηγή: Πατριαρχείο Ιεροσολύμων