Πατριαρχείο Μόσχας: Προσωπική ευθύνη Βαρθολομαίου ο διωγμός των πιστών της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας

Ευθεία επίθεση στον Οικουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίο εξαπολύει το Πατριαρχείο Μόσχας με αφορμή την ψήφιση του νομοσχεδίου που απαγορεύει την Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία.

Με ανακοίνωση που εξέδωσε η Ιερά Σύνοδος του Πατριαρχείου Μόσχας, κάνει λόγο για «κυνήγι μαγισσών» και επιτίθεται στον Οικουμενικό Πατριάρχη.

«Με ιδιαίτερη πικρία, αναγνωρίζουμε τον αρνητικό ρόλο που έπαιξε σε αυτές τις εξελίξεις ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος καθώς και των Ιεραρχών που συμφωνούν μαζί του», αναφέρει χαρακτηριστικά η ανακοίνωση.

Και προσθέτει: “Με τη μονόπλευρη, βιαστική και αντίθετη με το πνεύμα των ιερών κανόνων τους στάση, το μόνο που κατάφεραν ήταν να εντείνουν το εκκλησιαστικό σχίσμα στην Ουκρανία χωρίς να το γιατρέψουν. Η ηγεσία των σχισματικών που αναγνωρίστηκε από το Φανάρι ήταν αυτή που με πολύ ζήλο ζήτησε την ψήφιση νόμου για την απαγόρευση της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Και ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος που είχε προηγουμένως εγκρίνει δημοσίως την ποινική δίωξη και τις συλλήψεις των Ιεραρχών και των κληρικών, όπως και οι Αρχιερείς Άννα και Καϊάφα, υποστήριξε ανοιχτά τις ενέργειες των κρατικών αρχών, σκοπός των οποίων είναι η σταύρωση και η καταστροφή της κανονικής Εκκλησίας στην Ουκρανία. Ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως φέρει προσωπική ευθύνη για την οργάνωση του διωγμού των πιστών της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας”.

Επιπλέον, σημειώνει ότι πίσω από αυτό τον νόμο βρίσκονται «ανώτερα κυβερνητικά στελέχη, βουλευτές, ριζοσπάστες πολιτικοί και δημόσια πρόσωπα, εκπρόσωποι σχισματικών οργανώσεων και της Ουκρανικής Ελληνοκαθολικής Εκκλησίας, οι οποίοι στρέφονται κατά της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας» και ότι σκοπός αυτού του νόμου είναι «η εξάλειψη της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας και όλων των κοινοτήτων της και ο εξαναγκασμός των πιστών της να μεταγραφούν σε άλλες θρησκευτικές οργανώσεις».

Συγκρίνει δε την εν λόγω απαγόρευση με την θρησκευτική καταστολή που έλαβε χώρα κατά τα χρόνια της Σοβιετικής Ένωσης και την καταστροφή της Αλβανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας τη δεκαετία του 1960 από το καθεστώς του Ενβέρ Χότζα.

Υπενθυμίζει ότι ο Πατριάρχης Μόσχας κ. Κύριλλος έχει επανειλημμένα απευθυνθεί σε οργανώσεις του συστήματος των Ηνωμένων Εθνών, στον Οργανισμό για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ) και στο Συμβούλιο της Ευρώπης και στους ηγέτες των θρησκευτικών κοινοτήτων ανά τον κόσμο, όπου μιλούσε για την δίωξη των πιστών στην Ουκρανία.

Αναφέρει ότι «παρά το γεγονός ότι πολλοί ειδικοί και οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Δύση αναγνώρισαν παραβιάσεις των δικαιωμάτων των πιστών της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, αυτό δεν αποτέλεσε εμπόδιο για την έγκριση ενός νομοσχεδίου που καταστρέφει την ίδια την ιδέα της ελευθερίας της συνείδησης, μια θεμελιώδης έννοια που αποτελεί από τα πλέον βασικά ανθρώπινα δικαιώματα».

Σύμφωνα με την ανακοίνωση του Πατριαρχείου Μόσχας, «το νομοσχέδιο που εγκρίθηκε είναι ασυμβίβαστο με την έννοια του κράτους δικαίου και είναι μια πολιτική διακήρυξη που αποσκοπεί στη νομιμοποίηση της καταστροφής της πλειοψηφικής θρησκευτικής κοινότητας. Ο νόμος προσδιορίζει κριτήρια που καθιστούν δυνατό τον εντοπισμό μιας ομάδας προσώπων που σχετίζονται με το σημάδι ότι ανήκουν στην Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία και τη σκόπιμη άσκηση πολιτικής καταστολής εναντίον τους».

Συνεχίζει μιλώντας για την αντιεκκλησιαστική εκστρατεία των ουκρανικών ΜΜΕ, με στόχο τη δυσφήμιση της κανονικής Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Ουκρανία, υπό τον Μητροπολίτη Ονούφριο, που οδήγησαν «σε παραβιάσεις, όπως κατάσχεση της εκκλησιαστικής περιουσίας».

«Παρά τις παραβιάσεις και τις προσπάθειες να υπονομεύσουν τις δραστηριότητές της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας», την οποία αναφέρουν ως την κανονική Εκκλησία στην Ουκρανία, «οι πολιτικοί ιθύνοντες της χώρας δεν είχαν άλλη λύση από την πλήρη απαγόρευσή της», επισημαίνεται χαρακτηριστικά.