Μητροπολίτης Βεροίας: Μια ιερατική οικογένεια που λει­τουργεί ως κατ’ οίκον Εκκλησία

Στο πλαίσιο των εκδηλώσεων των «Λ΄ Παυλείων», το πρωί του Σαββάτου, 1 Ιουνίου 2024, στον Μητροπολιτικό Ιερό Ναό Κοιμήσεως της Θεοτόκου Αλεξανδρείας έλαβε χώρα η καθιερωμένη ημερίδα πρεσβυτερών και μητέρων των αγάμων κληρικών της Ιεράς Μητρόπολης.

Νωρίτερα τελέστηκε Αρχιερατική Θεία Λειτουργία ιερουργούντος του Μητροπολίτη Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμονος, ο οποίος χειροθέτησε Πρωτοπρεσβύτερο τον π. Αριστείδη Στόϊου, εφημέριο της ενορίας του Καλοχωρίου.

Τον θείο λόγο κήρυξε ο Αρχιερατικός Επίτροπος Αντιγονιδών Αρχιμ. Παύλος Σταματάς, ενώ στο τέλος τελέστηκε μνημόσυνο με την ευκαιρία της συμπληρώσεως είκοσι ετών από την εις Κύριον Εκδημίαν της μακαριστής Βασιλείας Καλπακίδου, κατά σάρκα μητρός του κ. Παντελεήμονος.

Η ημερίδα, την οποία παρουσίασε ο Υπεύθυνος του Γραφείου Εξωτερικής Ιεραποστολής Πρωτοπρ. Νεκτάριος Σαββίδης, είχε ως θέμα: «Κατ’ οἶκον Ἐκκλησία» και εισηγήσεις ανέπτυξαν η κ. Χάρις Δημητρακούδη, θεολόγος – παιδαγωγός, η οποία ανέπτυξε το θέμα: «Η χριστιανική οικογένεια ως κατ’ οίκον Εκκλησία» και ο Αρχιμ. Χερουβίμ Τσίνογλου, Ιεροκήρυκας της Ιεράς Μητροπόλεως Εδέσσης, Πέλλης και Αλμωπίας, ο οποίος μίλησε με θέμα: «H συμβολή της οικογενείας και της μητέρας στην ιερατική κλήση».

Η ημερίδα ολοκληρώθηκε με γεύμα που παρέθεσε η φιλόξενη ενορία της Παναγίας σε όλους τους συμμετέχοντες.

Ο Μητροπολίτης κ. Παντελεήμων εξέφρασε ευχαριστίες προς τους εκλεκτούς ομιλητές και προς τον προϊστάμενο της ενορίας και Αρχιερατικό Επίτροπο Αλεξανδρείας Αρχιμ. Διονύσιο Ανθόπουλο και τους συνεργάτες του για τη φιλοξενία, αναφέροντας μεταξύ άλλων:

Από τις πρώτες εκδηλώσεις που συμπεριλάβαμε στο πρόγραμμα των «Παυλείων», όταν πριν από τριάντα χρόνια καθιερώσαμε αυτό τον κύκλο εκδηλώσεων, τον αφιε­ρω­μένο στον ιδρυτή της τοπικής μας Εκκλησίας, πρωτοκορυφαίο απόστολο Παύλο, και τις οποίες πραγματοποιούμε τον Ιούνιο κάθε έτους, είναι η Ημερίδα για τις πρεσβυτέρες και τις μητέρες των κληρικών της Ιεράς Μητρόπολης.

Ο λόγος αυτής της αποφάσεως και της επιλογής ήταν, γιατί εσείς οι πρεσβυτέρες και οι μητέρες των αγάμων κληρικών είστε, μετά τους ιερείς συζύγους σας ή παιδιά σας, από τους πιο στενούς και σημαντι­κούς συνεργάτες της τοπικής μας Εκκλησίας.

Είστε εσείς που με τη στήριξη και τη συμπαράστασή σας στους ιερείς μας, αλλά και με τις ιδέες και τις πρωτοβουλίες σας μπορείτε να προσφέρετε και προσφέρετε πολύ­τι­μο έργο στην ενορία σας και στους αδελφούς μας.

Όπως και τα προηγούμενα χρό­νια, έτσι και φέτος, δεν θα μπο­ρού­σε, κατά συνέπεια, να λείπει από το πρόγραμμα των τριακοστών, «Παυ­λείων», η Ημερίδα των πρεσβυ­τερών και των μητέρων των κληρικών μας, η οποία φιλο­ξενείται αυτή τη φορά κάτω από τη σκέπη της Μητέρας του Κυρίου μας, στον ναό της Παναγίας της Αλεξανδρείας.

Σας καλωσορίζω, λοιπόν, όλους με πολλή χαρά, τόσο τις πρεσβυ­τέρες όσο και τους εκλεκτούς ομι­λητές μας, τους οποίους θα έχουμε τη χαρά να ακούσουμε στη συνέ­χεια.

Το θέμα της σημερινής Ημερίδος είναι, όπως γνωρίζετε, η «Κατ’ οίκον Εκκλησία».

«Κατ’ οίκον Εκκλησία» είναι μία έκφραση η οποία χαρακτηρίζει, θα λέγαμε, τον απόστολο Παύλο, γιατί είναι ο πρώτος που την εισάγει και την χρησιμοποιεί στις επιστολές του, αναφερόμενος στις οικογέ­νει­ες μελών της χριστιανικής κοι­νότητος, της Εκκλησίας, διαφό­ρων πόλεων.

Την χρησιμοποιεί δύο φορές ανα­φερόμενος στους αγαπημένους συνεργάτες του, τον Ακύλα και την Πρίσκιλλα, στην προς Ρωμαίους και στην προς Κορινθίους επιστολή του, αλλά και στη Νύμφα από την Εκκλησία της Λαοδικείας, γράφο­ντας προς τους Κολασσαείς, και προς τον Φιλήμονα.

Ο απόστολος Παύλος δεν χρησι­μοποιεί την έκφραση αυτή τυχαία. Η επιλογή του να ονομάσει την οικογένεια ή ευρύτερα το συγγε­νικό περιβάλλον κατ’ οίκον Εκ­κλη­σία δεν αποδεικνύει μόνο τη σημασία που αποδίδει στην οικο­γένεια και στον ρόλο της για την πνευματική πρόοδο του κάθε μέλους της, αλλά εδράζεται και στον λόγο του Κυρίου μας, «όπου δύο ή τρεις συνηγμένοι εις το εμόν όνομα, εκεί ειμί καγώ εν μέσω αυτών». Όπου είναι, δηλαδή, δύο ή τρεις συγκεντρωμένοι στο όνομά μου, λέγει ο Χριστός, εκεί είμαι και εγώ, ανάμεσά τους.

Αυτό δεν είναι Εκκλησία; Η συνά­θροιση των πιστών στο όνομα του Χριστού, είτε όταν τελούνται τα ιερά μυστήρια, είτε όταν ακού­εται ο λόγος του, είτε όταν οι πι­στοί εργάζονται έργα αγάπης και ευποιίας στο όνομα του Χριστού, είναι Εκκλησία. Αποτελούν το σώμα του Χριστού και μαζί τους είναι φυσικά και η κεφαλή του σώματος, ο ίδιος ο Κύριός μας, ο οποίος ίδρυσε την Εκκλησία.

Δύο, τρεις ή περισσότεροι πιστοί συναπαρτίζουν και την οικογέ­νεια. Έγιναν οικογένεια στο όνο­μα του Χριστού, με το ιερό μυ­στήριο του γάμου, και συνδέονται ακόμη στενότερα μεταξύ τους, κα­θως αποτελούν όλοι μέλη της Εκ­κλησίας, μέλη του σώματος του Χρι­στού, που κοινωνούν το Σώμα του και το Αίμα του στο μυστήριο της θείας Ευχαριστίας.

Κι ακόμη, μέσα στην οικογένεια επι­τελείται το έργο της κατηχή­σεως των νέων μελών της οικο­γε­νείας, των παιδιών, αλλά και η προ­σευχή των μελών της, όπως επιτε­λείται και στην Εκκλησία.

Έχει, λοιπόν, η οικογένεια όλα τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της Εκκλησίας, που πιστοποιούνται με τη διαβεβαίωση του Χριστού ότι είναι και ο ίδιος ανάμεσά τους.

Συγχρόνως όμως αποδεικνύεται πόσο επιτυχής ήταν η επιλογή του πρω­τοκορυφαίου αποστόλου Παύ­λου να χαρακτηρίσει τις χριστια­νι­κες οικο­γένειες ως «κατ’ οίκον» Εκκλησίες.

Και εάν αυτός ο χαρακτηρισμός ισχύει για κάθε χριστιανική οικογένεια, ισχύει πολύ περισσότερο για μία ιερατική οικογένεια, η οποία έχει επιπλέον την ευλογία ένα μέλος της, είτε ο σύζυγος είτε ο υιός να είναι κληρικός, να είναι ιερέας και λειτουργός του Θεού, γεγονός που δίδει ακόμη μεγαλύ­τερη χάρη στην κατ’ οίκον Εκκλη­σία της ιερατικής οικογενείας, αυξάνει όμως και την ευθύνη της έναντι και των συνανθρώπων μας και των ενοριτών αλλά και έναντι της Εκκλησίας και του Θεού.

Ευθύνη βεβαίως υπάρχει για κάθε οικογένεια, διότι δεν αρκεί να ονο­μάζεται «κατ’ οίκον Εκκλησία» και στη συνέχεια τα μέλη της να κάνουν το καθένα τη ζωή του, αδια­φορώντας για την Εκκλησία και την εν Χριστώ ζωή. Χρειάζεται και προσπάθεια. Χρειάζεται να φροντί­ζου­με για να αναδεικνύουμε την οικογένεια σε «κατ’ οίκον Εκκλη­σία». Και αυτό επιτυγχάνεται, όταν δεν βγάζουμε εμείς, με τις επιλογές μας, με τη ζωή μας, τον Χριστό μέσα από την προσωπική και την οικογενειακή μας ζωή και στε­ρού­μεθα έτσι και τη χάρη του.

Υπάρχουν ασφαλώς συχνά προ­βλήματα και δυσκολίες μέσα σε μία οικογένεια, ακόμη και μέσα στην ιερατική οικογένεια, ιδιαιτέρως στην εποχή μας, μία εποχή κατά την οποία τα παιδιά περνούν πολλές ώρες της ημέρας σε ένα δύσκολο και σκληρό ενίοτε σχολικό περιβάλλον, με πολλές και κακές επιδράσεις από τον ευρύτερο κύκλο των συναναστροφών τους.

Ζούμε σε μία εποχή που τα παιδιά ή κάποια από αυτά αντιδρούν, επα­ναστατούν και θέλουν να απομα­κρυνθούν από τα συνετά και ευσεβή χριστιανικά πρότυπα που έχουν μέσα στο σπίτι τους.

Όλα αυτά είναι κατανοητά και ανθρώπινα και δυστυχώς συμβαί­νουν. Ας θυμηθούμε την περίπτω­ση του Δημά, του νεαρού συνερ­γάτου του αποστόλου Παύλου, που ανήκε, θα μπορούσαμε να πούμε, στην κατ’ οίκον Εκκλησία του απο­στόλου Παύλου. Κι όμως ελκύσθη­κε από τη λάμψη του κόσμου και, παρότι είχε ένα τόσο λαμπρό πρότυπο δίπλα του, τον μέγα από­στο­λο Παύλο, τον εγκατέλειψε «και επορεύθη εις Θεσσαλονίκην», για να ζήσει τις απολαύσεις του κόσμου, γι’ αυτό και ο απόστολος Παύλος λέγει: «Δημάς με εγκατέλιπεν».

Αυτό δεν σημαίνει βέβαια, ότι εμείς δεν θα πρέπει να προσπαθού­με, ώστε η οικογένειά μας και κυρίως η ιερατική οικογένεια να λειτουργεί ως κατ’ οίκον Εκκλη­σία. Και αυτό φυσικά με σεβασμό πρωτίστως στις ανάγκες και στις ιδιαιτερότητες του κάθε μέλους της, και έχοντας υπόψη μας ότι δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος για να διδάξει κανείς κάτι από το παρά­δειγμά του.

Αν εμείς, εσείς, οι πρεσβυτέρες και οι μητέρες των κληρικών, ζείτε και φέρεστε και μέσα στην οικογέ­νεια αλλά και έξω από αυτήν, όπως και μέσα στην Εκκλησία, ζώντας δηλαδή μία συνειδητή χρι­στιανική ζωή, αγωνιζόμενες να εφαρμόζετε και στα πιο απλά πράγματα το θέλημα του Θεού, και ακόμη εάν καθοδηγείτε σε αυτό με αγάπη, όχι με αυστηρότητα, τα παι­διά σας, τότε η οικογένειά σας δεν θα είναι μόνο στο όνομα κατ’ οίκον Εκκλη­σία, αλλά θα είναι στην πραγ­ματικότητα.

Τότε θα υπάρχει και μεγαλύτερη χάρη από τον Θεό μέσα στην οικο­γένεια και πολλά πράγματα θα γίνονται ευκολότερα από όσο νομί­ζουμε μέσα σε αυτήν.

Η κατάσταση αυτή, όπως και η ηρεμία και η γαλήνη που δημιουρ­γεί μεταξύ των μελών της οικογε­νείας, ανάλογη με αυτήν που υπάρ­χει μέσα στην Εκκλησία, όπου κανείς π.χ. δεν διαπληκτίζεται με τον άλλο, θα βοηθά όλα τα μέλη της οικογενείας, και τα μικρότερα και τα μεγαλύτερα, αλλά και τον ιερέα σύζυγο και πατέρα ή υιό. Διότι, όταν μέσα στην οικογένεια, όλοι έχουν το ίδιο πνεύμα και αγω­νίζονται για τον κοινό στόχο, που είναι η βίωση της εν Χριστώ ζωής, τότε αυτό στηρίζει και αναπαύει τον ιερέα, συγχρόνως όμως τον απαλλάσσει και από τις δυσκολίες και τις δυσάρεστες καταστάσεις, τις οποίες θα μπορούσε να αντιμετω­πίσει μέσα στην ενορία και προ­σπα­θώντας να κατευθύνει άλλους ανθρώπους. Συγχρόνως όμως τον διευκολύνει πολύ περισσότερο, για­τί μία ιερατική οικογένεια που λει­τουργεί ως κατ’ οίκον Εκκλησία, λειτουργεί και ως πρότυπο, χωρίς καν να το επιδιώξει, και για τις άλλες οικογένειες. Και όπως, όταν υπάρχει κάποιο θετικό πρότυπο σε μία οικογένεια, πολλοί είναι εκεί­νοι που λέγουν, θέλουμε να κά­νουμε το α ή το β´, όπως εκείνη η οικογένεια, έτσι συμβαίνει και στην περίπτωση αυτή: κάποιοι θα θελήσουν να ακολουθήσουν το πρότυπο της ιερατικής οικογε­νείας, χωρίς να χρειαστεί να πει κάτι σχετικό ο ιερέας, ο οποίος «κερδίζει», ας μου επιτραπεί η λέξη, έτσι περισσότερη εκτίμηση και σεβασμό από τους ενορίτες του.

Αντί, λοιπόν, ο ιερέας να τους σκανδαλίζει με την οικογένειά του, τους ωφελεί πνευματικά, και μπορούν και εκείνοι να είναι χα­ρούμενοι και να αγαπούν ακόμη περισσότερο τον πνευματικό τους πατέρα.

Μία τέτοια οικογένεια είναι όντως μία κατ’ οίκον Εκκλησία, που αποτελεί και για άλλες οικο­γένειες της ενορίας αλλά και για άλλες ιερατικές οικογένειες παρά­δειγμα και πρότυπο.

Θα σταματήσω όμως σε αυτές τις γενικές παρατηρήσεις, για να παρα­χωρήσω το βήμα στους δύο εκλεκτούς ομιλητές μας, που έχουν να μας πουν πολλά ενδια­φέροντα και ωφέλιμα.

Πρώτη θα μας ομιλήσει η γνωστή και από άλλες φορές θεολόγος και παιδαγωγός κ. Χάρις Δημητρακού­δη, η οποία έχει μακρά εμπειρία σε θέματα οικογενείας. Το θέμα που θα πραγματευθεί σήμερα είναι «Η χριστιανική οικογένεια ως κατ’ οίκον Εκκλησία».

Δεύτερος ομιλητής μας είναι ο πανοσιολογιώτατος αρχιμαν­δρι­της π. Χερουβίμ Τσίνογλου, ιερο­κήρυκας της Ιεράς Μητροπόλεως Εδέσσης, Πέλλης και Αλμωπίας, ο οποίος θα μας αναπτύξει το θέμα «Η συμβολή της οικογενείας και της μητέρας στην ιερατική κλήση».

Τους καλωσορίζω και τους δύο και τους ευχαριστώ θερμά και από καρδίας για την αγάπη και για τον κόπο τους, και περιμένουμε με χαρά να ακούσουμε όσα έχουν να μας πουν.