Μητροπολίτης Μάνης: Οι τοιχογραφίες αποτελούν ιερά σεβάσματα

Τον κώδωνα του κινδύνου κρούει για ακόμη μία φορά ο Μητροπολίτης Μάνης κ. Χρυσόστομος αναφορικά με το φαινόμενο καταστρατήγησης και φθοράς τοιχογραφιών σε αρκετούς ναούς.

Ο Μητροπολίτης στην υπηρεσιακή εγκύκλιό του τονίζει ότι αυτά τα φαινόμενα αποτελούν δείγματα αδαών και αμαθών ανθρώπων, τα οποία είναι απαράδεκτα και προσβλητικά απέναντι στους εικονιζόμενους Αγίους της πίστεως μας.

Παρατίθεται η σχετική εγκύκλιος

Προς άπαντα τον Ιερόν Κλήρον

και τον ευσεβή λαόν

της Ιεράς Μητροπόλεως Μάνης

Τέκνα εν Κυρίω αγαπητά,

Κατά τας συχνάς ποιμαντορικάς περιοδείας μου ανά την Μάνη, την εμπλουτισμένην από εκατοντάδες Ιερούς Ναούς, παρεκκλήσια και εξωκκλήσια, έχω διαπιστώσει, ιδίοις όμμασι, μετά λύπης, ότι υφίσταται μία καταστρατήγησις και φθορά τοιχογραφιών σε αρκετούς ναούς.

Ειδικότερα, υπάρχουν εμπεπηγμένα διάφορα καρφιά, μικρά ή μεγάλα επάνω εις τας τοιχογραφίας ή και έχουν χαραχθεί με αιχμηρά αντικείμενα διάφορα ονόματα ή άλλα τινά. Εις άλλας περιπτώσεις, τοιχογραφίες έχουν ασβεστωθεί ή επάνω εις αυτάς έχουν τοποθετηθεί άλλες φορητές εικόνες.

Τούτο το φαινόμενο είναι όλως απαράδεκτον, προσβλητικόν διά τους εικονιζομένους αγίους και ασεβές, μόνον γνώρισμα αδαών και αμαθών ανθρώπων.

Όθεν εξαγγέλλομεν και αύθις, όπως και εις το παρελθόν εκάναμεν, την παρούσαν υπηρεσιακήν Εγκύκλιον και καθιστώμεν την προσοχήν απάντων υμών, κλήρου και λαού, όπως καμμία απολύτως επέμβασις δεν θα γίνεται εις τας ιεράς τοιχογραφίας των ναών. Οι τοιχογραφίες θα παραμένουν ως έχουν, καθ’ ότι αποτελούν ιερά σεβάσματα και συνάμα δείγμα της αγιογραφικής τέχνης, των βυζαντινών και μεταβυζαντινών αιώνων.

Διά τούτο, εν τέλει, προλαμβάνομεν να επιστήσωμεν την προσοχήν απάντων υμών επί του σοβαρού τούτου ζητήματος, ίνα μη ευρεθώμεν εις την δυσάρεστον θέσιν όπως προχωρήσωμεν εις τα νομικά, ποιμαντορικά και εκκλησιαστικά δέοντα.

Ταύτα, τοίνυν, γινώσκοντες, η Χάρις του Θεού και το άπειρον έλεος Αυτού, συν τη παρ’ ημών ευχή, είη μετά πάντων υμών. Αμήν.

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ

† Ο ΜΑΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ Γ’