Μητροπολίτης Αλεξανδρουπόλεως: Άμβωνες ναών – Σάλπιγγες πρωτοβουλιών για την κλιματική κρίση

Του Μητροπολίτη Αλεξανδρουπόλεως κ. Ανθίμου

Με πρωτοβουλία της Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Κατερίνας Σακελλαροπούλου, το Ίδρυμα Ευγενίδου, στο πλαίσιο της Πρωτοβουλίας 21, διοργανώνει ξαυτές τις ημέρες στην πόλη μας, Συνέδριο με τίτλο «ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΝΘΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΤΟΠΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ». Στο Συνέδριο θα συμμετάσχουν ειδικοί στον τομέα του περιβάλλοντος και της κλιματικής αλλαγής, εκπρόσωποι των τοπικών αρχών και της κοινωνίας των πολιτών.

Στην αξιέπαινη πρωτοβουλία του Ιδρύματος, με την υψηλή παρουσία της Κυρίας Προέδρου, θεωρώ ότι χρειάζεται (ως λιθαράκι περί το θέμα) να προστεθεί η διδασκαλία της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, την οποία ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος, έγκαιρα και με συνέπεια κατά τις τελευταίες δεκαετίες, έχει αναδείξει, γεγονός που του έχει αναγνωρισθεί παγκοσμίως. Υπενθυμίζω ότι στο εορτολόγιο της Εκκλησίας μας πλέον, η 1 Σεπτεμβρίου κάθε έτους, είναι αφιερωμένη στην προστασία του περιβάλλοντος και την ημέρα εκείνη – Εορτή της Ινδίκτου – ο Πρωθιεράρχης της Ορθοδοξίας εξαπολύει σχετική Πατριαρχική Εγκύκλιο.

Ερανιζόμενος, λοιπόν, από αυτήν την αγωνία του Πατριάρχου μας, μέσα από διάφορα ποιμαντικά κείμενά του, σημειώνω:

«…Ο εικοστός αιώνας έχει χαρακτηρισθεί ως «ο πιο βίαιος αιώνας της ιστορίας», τόσο σε σχέση με την άσκηση βίας του ανθρώπου προς τον συνάνθρωπο, όσο και την πρωτοφανή ωμότητα του ανθρώπου προς την φύση, προς την ατμόσφαιρα, τον υδροφόρο ορίζοντα, τους ποταμούς, τις λίμνες και τις θάλασσες, την πανίδα και την χλωρίδα.

Το φυσικό περιβάλλον απειλείται σήμερα όσο ποτέ άλλοτε στην ιστορία της ανθρωπότητος. Όπως έχει λεχθεί, στην εποχή μας εκτυλίσσεται ένας «τρίτος παγκόσμιος πόλεμος» κατά της φύσεως. Οι επιπτώσεις της οικολογικής κρίσεως δεν γνωρίζουν σύνορα κρατών και πολιτισμών. Δυστυχώς, παρά τα οικολογικά κινήματα, τις διεθνείς και κρατικές αποφάσεις και διακηρύξεις, τα επιστημονικά συνέδρια και τα δημοσιεύματα, τα προγράμματα περιβαλλοντικής εκπαιδεύσεως και την ευαισθητοποίηση των νέων, φαίνεται ότι εξακολουθούν ακόμη να ισχύουν όσα έγραψε ο Lynn White το 1967, ότι δηλαδή οι άνθρωποι θεωρούμε τον εαυτό μας «ανώτερο από τη φύση, την περιφρονούμε, είμαστε έτοιμοι να την χρησιμοποιήσουμε για να ικανοποιήσουμε ακόμη και το πιο ασήμαντο καπρίτσιο μας». Είναι απολύτως βέβαιo, ότι αυτής της καταστροφικής συμπεριφοράς, προηγείται μια εσωτερική κρίση, μια «ανατροπή των αξιών», μια πνευματική, ηθική, νοητική και συναισθηματική κατολίσθηση.

Η καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος αρχίζει μέσα στο νού του ανθρώπου και, κατά συνέπεια, από εκεί οφείλει να ξεκινά η θεραπεία. Προέχει η στροφή στο πνευματικό επίπεδο και στην αξιολογία μας, η ριζική αλλαγή νοοτροπίας, η ανάπτυξη ενός νέου ήθους, η απόφαση για ένα διαφορετικό τρόπο ζωής. Αλλιώς, θα θεραπεύουμε τα συμπτώματα της κρίσεως, ενώ η πηγή του κακού θα παραμένει ενεργής και αλώβητη.
Σ’ αυτήν την κατεύθυνση κινήθησαν κατά τις τελευταίες δεκαετίες οι πολυδιάστατες δράσεις του Οικουμενικού Πατριαρχείου, η ανάπτυξη της θεολογικής οικολογίας, η οργάνωση οικολογικών συνεδρίων, η συνεργασία με εκπροσώπους της πολιτικής και των θρησκειών, με ειδικούς επιστήμονες και πανεπιστήμια, με οικολογικά κινήματα και κοινωνικούς φορείς, η προσπάθεια προσεγγίσεως της νεολαίας, με σταθερό στόχο την ευαισθητοποίηση για την ανάγκη σεβασμού της «καλής λίαν» δημιουργίας του Θεού. Δεν απευθυνθήκαμε μόνο στους Χριστιανούς, αλλά σε κάθε άνθρωπο καλής θελήσεως, καλώντας συστράτευση στον αγώνα για την διάσωση της ακεραιότητος της δημιουργίας.

Δίνοντας ο Θεός στους πρωτοπλάστους την εντολή «αυξάνεσθε και πληθύνεσθε… και πληρώσατε την γην και κατακυριεύσατε αυτής» δεν τους έδωσε την εξουσία να καθυποτάξουν, να εκμεταλλευθούν και να καταστρέψουν την φύση, αλλά τόνισε την ευθύνη του ανθρώπου έναντι της κτίσεως, η οποία εκφράστηκε με την προτροπή προς τον Αδάμ «εργάζεσθαι και φυλάττειν» τον οίκο του. Η κτίση δεν είναι ιδιοκτησία του ανθρώπου, αλλά δώρο, το οποίο καλείται ως «καλός οικονόμος» να συντηρεί και να προστατεύει.

Οι Άγιοι και οι Μάρτυρες της πίστεώς μας, η λειτουργική ζωή της Εκκλησίας μας, ο ασκητισμός και ο μοναχισμός, η ποιμαντική διακονία και ο άσβεστος πόθος της αιωνιότητος, συγκροτούν ένα τρόπο ζωής, στον οποίο ο φυσικός κόσμος δεν είναι αντικείμενο εκμεταλλεύσεως. Η εκκλησιαστική ζωή είναι «εφαρμοσμένη οικολογία».

Οι κοινωνικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής είναι ορατές και μετρήσιμες, εμφανέστατες όμως είναι μεταξύ τους και οι μεταναστευτικές ροές. Οι συνέπειες του οικολογικού προβλήματος θίγουν πρωτίστως τους οικονομικά και κοινωνικά ασθενέστερους και συνιστούν απειλή για την κοινωνική συνοχή. Το μέλλον ανήκει σε μια «οικολογική οικονομία».

Κριτήριο της αναπτύξεως, μαζί με τους οικονομικούς δείκτες, είναι και τα περιβαλλοντικά δεδομένα. Δεν νοείται ανάπτυξη, η οποία υποβαθμίζει ή καταστρέφει το φυσικό περιβάλλον. Η βιώσιμη ανάπτυξη απαιτεί ένα νέο οικοφιλικό πολιτισμό.

Η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος της Ορθοδόξου Εκκλησίας (Κρήτη, 2016), για την αντιμετώπιση του συγχρόνου οικολογικού προβλήματος πρότεινε μια οικονομία «θεμελιωμένη στις αρχές του Ευαγγελίου». Ανεφέρθηκε επίσης στους κινδύνους, τους οποίους εμπερικλείουν για τον άνθρωπο και την κτίση ο επιστημονισμός και η τεχνοκρατία.

Όταν το ανθρώπινο πρότυπο, το οποίο κυριαρχεί, είναι ο «άφρων πλούσιος» του Ευαγγελίου, η αρχή «καθελώ μου τας αποθήκας και μείζονας οικοδομήσω» και το «αναπαύου, φάγε, πίε, ευφραίνου», τότε η ευρεία διάδοση της κτητικής και της χρησιμοθηρικής νοοτροπίας καθιστά απειλητικώτερο το οικολογικό πρόβλημα.

Η Ορθόδοξη Πίστη μας ενισχύει την ανθρώπινη προσπάθεια, ακόμη και όταν αυτή ευρίσκεται ενώπιον δυσεπίλυτων προβλημάτων και ανυπέρβλητων εμποδίων. Η πίστη στον Χριστό όχι μόνο δεν μετατρέπει τον άνθρωπο σε ένα παθητικό ον, το οποίο, όπως χλεύαζε ο ποιητής, «προσμένει ίσως κάποιο θαύμα», αλλά σε μια ελεύθερη, υπεύθυνη και δυναμική οντότητα, η οποία βλέπει τον κόσμο ως πεδίο ευθύνης και οφείλει να συμβάλλει, του Θεού συνεργούντος, στην μεταμόρφωσή του».

Λοιπόν, κλιματική αλλαγή υπήρχε και θα συνεχίσει να υπάρχει. Στον πλανήτη μας το κλίμα άλλαζε και θα συνεχίσει να αλλάζει. Από την εποχή των παγετώνων και του πυρηνικού χειμώνα, έχουν υπάρξει τεράστιες γεωλογικές μεταβολές και μαζί τους έχουν εξαφανιστεί ζωντανοί οργανισμοί και έχουν εμφανιστεί νέοι. Σήμερα, όμως, βρισκόμαστε μπροστά σε ένα νέο δεδομένο, την ανθρωπογενή κλιματική κρίση. Το εναγώνιο ερώτημα, εάν αυτή η κρίση, είναι εφικτό να αποτραπεί, αποτελεί πια την τεράστια πρόκληση σε παγκόσμιο, εθνικό, τοπικό αλλά και ατομικό επίπεδο.

Ο πλανήτης μας αντιμετωπίζει για πρώτη φορά σε τέτοιο βαθμό, προκλήσεις, όπως η κλιματική αλλαγή, η αποψίλωση των δασών, η ρύπανση και η απώλεια της βιοποικιλότητας. Σύμφωνα με τα Ηνωμένα Έθνη, οι ανθρώπινες δραστηριότητες έχουν αλλοιώσει περίπου το 75% της χερσαίας επιφάνειας της Γης, οδηγώντας σε άνευ προηγουμένου περιβαλλοντική υποβάθμιση. Στα τέλη της δεκαετίας του 1980 καθιερώθηκε ο όρος «υπερθέρμανση του πλανήτη» για να περιγράψει τις επιπτώσεις από την αύξηση των αερίων του θερμοκηπίου που παγιδεύουν την θερμότητα στην ατμόσφαιρα. Όμως, όταν οι συζητήσεις για την υπερθέρμανση του πλανήτη πέρασαν στη δημόσια σκηνή, επιλέχθηκε ο όρος «κλιματική αλλαγή».

Η περιοχή της Μεσογείου είναι ιδιαίτερα ευπρόσβλητη στην κλιματική αλλαγή, λόγω της αναμενόμενης περαιτέρω επιδείνωσης των κλιματικών συνθηκών, οι οποίες ήδη χαρακτηρίζονται από υψηλές θερμοκρασίες και ξηρασία. Σε συνδυασμό με τη μεταβολή του «μέσου» κλίματος, η αύξηση της συχνότητας και έντασης των ακραίων φαινομένων αναμένεται να επιφέρει σημαντικές επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία, στα οικοσυστήματα και σε κύριους τομείς της οικονομίας, όπως η γεωργία και ο τουρισμός.

Στην Ελληνική μας Επικράτεια η κλιματική κρίση είναι ήδη παρούσα με επιπτώσεις ολοένα πιο συχνές και έντονες. Χιλιάδες άνθρωποι χάνουν περιουσίες και σοδειές, ενώ οικοσυστήματα άρχισαν να καταστρέφονται. Η Χώρα μας βιώνει αύξηση καταστροφικών πυρκαγιών και εξαφάνιση παράκτιων κοινοτήτων και ακτών. Σύμφωνα με την κατάταξη των σημαντικότερων κλιματικών κινδύνων, ο τομέας που τελείως αναμένεται να πληγεί από την κλιματική αλλαγή είναι η γεωργία, ενώ οι επιπτώσεις στον τουρισμό και τα παράκτια συστήματα θα επηρεάσουν σημαντικά το εισόδημα των νοικοκυριών και την οικονομία συνολικά. Ιδιαίτερη σημασία έχει ο τομέας των υδάτινων αποθεμάτων, λόγω των συνεπειών του στη γεωργία και στην ύδρευση. Η κλιματική κρίση αυξάνει τον κίνδυνο της ερημοποίησης. Το 30% της έκτασης της Ελλάδος απειλείται, με πιο ευαίσθητες περιοχές την Ανατολική Πελοπόννησο, την Ανατολική Στερεά, τμήματα της Θεσσαλίας, της Μακεδονίας, της Θράκης, νησιά του Αιγαίου και περιοχές της Κρήτης. Ερημοποίηση δεν σημαίνει πέρασμα σε συνθήκες αφρικανικής ερήμου, αλλά υποβάθμιση των εδαφών σε τέτοιο βαθμό που να χάνουν τη γονιμότητά τους. Το περιβάλλον της κλιματικής απορρύθμισης είναι πολύ πιο ευνοϊκό για την εκδήλωση μεγάλων δασικών πυρκαγιών, από τον συνδυασμό υψηλών θερμοκρασιών, μειωμένων βροχοπτώσεων – υγρασίας, ισχυρών ανέμων κατά περιόδους κ.λπ.

Οι χρονιές που έρχονται αναμένονται θερμότερες. Το 2023 ήταν το θερμότερο έτος παγκοσμίως, με την θερμοκρασία να ξεπερνάει κατά 1,48 βαθμούς Κελσίου τη μέση τιμή της προβιομηχανικής περιόδου (1850-1900). Πολύ σημαντική ήταν και η αύξηση των επιπέδων του διοξειδίου του άνθρακα στον πλανήτη, με τη μέση τιμή το 2023 να φθάνει τα 419,3 ppm, δηλ. 2,6 ppm περισσότερα από την μέση τιμή του 2022 (όπως επισημαίνει στην κλιματική αποτίμηση του 2023, ο κόμβος πληροφόρησης Climatebook.gr). Όσον αφορά στις βροχοπτώσεις, το 2023 ήταν από τα σχετικά ξηρά έτη των τελευταίων 30 ετών. Οι περιοχές όπου σημειώθηκαν λιγότερες βροχές σχετικά με την κλιματική τιμή ήταν η Ανατολική Μακεδονία και η Θράκη, πολλά τμήματα της ανατολικής χώρας (συμπεριλαμβανομένης της Αττικής), τα νησιά και η Κρήτη.

Για τις δασικές πυρκαγιές, ο συνολικός αριθμός καμένων εκτάσεων το 2023 έφτασε τα 1.740.000 στρέμματα, αριθμός πολύ μεγαλύτερος από τον ετήσιο μέσο όρο καμένων εκτάσεων της περιόδου 2006-2023. Μεγαλύτερη σε έκταση ήταν η περυσινή πυρκαγιά στον Νομό μας, η οποία εκτιμάται ότι έκαψε περίπου 942.500 στρέμματα και καταγράφτηκε ως η καταστροφικότερη πυρκαγιά που συνέβη ποτέ σε ευρωπαϊκό έδαφος από το 2000 μέχρι σήμερα.

Ήδη στο πρώτο δεκαήμερο του Μαΐου 2024 επικράτησαν (και επικρατούν μέχρι τις αρχές Ιουνίου 2024), έντονες συνθήκες ξηρασίας και το 70% της Επικράτειας, (σύμφωνα με τον σύνθετο δείκτη ξηρασίας CDI), ήταν σε κατάσταση προειδοποίησης με χαμηλά επίπεδα υγρασίας του εδάφους. Επιπλέον, το 5% της Επικράτειας, στο οποίο περιλαμβάνεται και ο Νομός μας, ήταν σε κατάσταση συναγερμού με άμεσες επιπτώσεις στην βλάστηση. Η κατάσταση της ξηρασίας στην Χώρα μας σήμερα, είναι ήδη χειρότερη από τις αρχές Μαΐου 2024 και αναμένεται να επιδεινωθεί περαιτέρω το επόμενο χρονικό διάστημα του καλοκαιριού με έντονα κύμματα καύσωνα και παντελή απουσία βροχοπτώσεων.

Στην Έκθεση της Τραπέζης της Ελλάδος με θέμα «Οι περιβαλλοντικές, οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην Ελλάδα», αναφέρονται ζοφερές προβλέψεις: 1. Άνοδος της θερμοκρασίας κατά 1,2 έως 2 βαθμούς Κελσίου, μέχρι τα μέσα του αιώνα και κατά 2 έως 5 βαθμούς Κελσίου, μετά το 2060, σε σύγκριση με το 1971-2000. 2. Αύξηση των ημερών καύσωνα κατά 10 έως 15 μέρες, έως το 2050 και κατά 30-50 μέρες, έως το 2100, αν δεν ληφθούν μέτρα περιορισμού των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. 3. Κίνδυνος ερημοποίησης περίπου του 40% της Ελλάδος, ιδίως στα ανατολικά και νότια τμήματα.

Με οικονομικούς όρους, σύμφωνα με τον Διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος κ. Γιάννη Στουρνάρα, το κόστος της κλιματικής αλλαγής για την Χώρα, έως το τέλος του αιώνα, υπολογίζεται σε 2,2 δισ. ευρώ τον χρόνο ήτοι 1% του ΑΕΠ περίπου. Τα δάση που θα καίγονται, οι καλλιέργειες που θα καταστρέφονται και ο τουρισμός που θα μειώνεται, όσο θα ανεβαίνει η θερμοκρασία, θα αντικατοπτρίζονται σε αυτό το κόστος.

Η δεκαετία του 2050 αποτελεί σημείο καμπής, πέραν του οποίου η ανθρωπογενής παρέμβαση στο κλίμα δεν θα μπορεί πλέον να γίνει αντιστρεπτή, επισημαίνει η έκθεση της Τραπέζης της Ελλάδος. Μεταξύ άλλων, η βροχόπτωση αναμένεται να μειωθεί σημαντικά μετά το 2050, ιδιαίτερα στα νοτιότερα τμήματα της Χώρας. Ταυτόχρονα, όμως, θα αυξηθεί η συχνότητα των ακραία έντονων βροχοπτώσεων. Επίσης, οι πυρκαγιές θα γίνουν συχνότερες: μέχρι τα μέσα του αιώνα αυτού, τα δάση μας θα καίγονται 10 έως 20 μέρες περισσότερες και 15-50 μέρες περισσότερες θα καίγονται μέχρι τα τέλη του. Την ίδια ώρα, θα ανεβαίνει και η στάθμη της θάλασσας, μέχρι τα μέσα του αιώνα κατά 15-20 εκατοστά και μέχρι τα τέλη του, κατά 20-80 εκατοστά.

Με την κλιματική κρίση να φτάνει ήδη στο όριο της απειλητικής αύξησης κατά 1,5 – 2 βαθμούς Κελσίου, ο πλανήτης βρίσκεται πλέον σε τροχιά επιστημονικά βέβαιης κατάρρευσης του κλίματος και των οικοσυστημάτων που υποστηρίζουν τη ζωή (τουλάχιστον, όπως τη γνωρίζουμε σήμερα).

H συστράτευση όλων μας για την αντιμετώπιση αυτής της κρίσεως, που παίρνει πια διαστάσεις υπαρξιακής απειλής, είναι μονόδρομος. Η συμβολή της Εκκλησίας χρειάζεται να ενταθεί ώστε να λειτουργήσει καταλυτικά στην προστασία των ανθρώπων και της φύσεως. Είναι αδήριτη ανάγκη να μετατραπούν οι άμβωνες των χριστιανικών Ναών σε σάλπιγγες κινδύνου, προκειμένου να κατανοήσουμε όλοι μας την προσωπική μας ευθύνη και να προσκαλέσουμε σε συστράτευση κοινωνικών και εθνικών πρωτοβουλιών. Καθοδηγός μας σ’αυτήν την ποιμαντική ας αποτελεί η κοινή δήλωση, για την κλιματική αλλαγή, του Πάπα Φραγκίσκου, του Οικουμενικού Πατριάρχου Βαρθολομαίου και του Αρχιεπισκόπου του Καντέρμπουρι Τζάστιν Γουέλμπι, της 7ης Σεπτεμβρίου 2021:

«Η παρούσα κλιματική κρίση λέει πολλά για το ποιοι είμαστε και το πώς αντιμετωπίζουμε τη δημιουργία του Θεού. Δυστυχώς, έχουμε καταναλώσει άπληστα περισσότερους πόρους από ό,τι μπορεί να αντέξει ο πλανήτης. Αλλά συμβάλαμε και σε μια βαθιά αδικία: οι άνθρωποι που αντιμετωπίζουν τις πιο καταστροφικές συνέπειες της απληστίας μας είναι οι φτωχότεροι στον πλανήτη και οι λιγότερο υπεύθυνοι για την πρόκλησή τους. Όμως εμείς, υπηρετούμε έναν Θεό δικαιοσύνης, ο οποίος δημιούργησε τον κάθε άνθρωπο κατ ’εικόνα Του για να χαίρεται τη δημιουργία. Και ο Θεός αυτός ακούει την κραυγή των φτωχών ανθρώπων. Συνεπώς, είναι έμφυτη μέσα μας η ευθύνη να αγωνιούμε όταν βλέπουμε μια τέτοια καταστροφική αδικία και οφείλουμε να εργαστούμε για την διόρθωσή της».

Κλείνω την παρούσα εισφορά της ιδικής μου ποιμαντικής οφειλής στο Συνέδριο, με τον γνωστό Ύμνο των Τριών Παίδων που ψάλλεται στους Ναούς μας το πρωί του Μεγ. Σαββάτου:

«Ευλογείτε τον Κύριον: ήλιος και σελήνη, άστρα του ουρανού… τα ύδατα τα υπεράνω των ουρανών, φως και σκότος, νύκτες και ημέραι… όμβρος, δρόσος… πυρ και καύμα, ψύχος και καύσων …δρόσοι και νιφετοί, πάγοι και ψύχος …πάχναι και χιόνες, αστραπαί και νεφέλαι …γη, όρη και βουνοί και πάντα τα φυόμενα εν αυτή …πηγαί, θάλασσα και ποταμοί, κήτη και πάντα τα κινούμενα εν τοις ύδασι… πετεινά του ουρανού, τα θηρία και πάντα τα κτήνη …και οι υιοί των ανθρώπων… ευλογείτε τον Κύριον».