Το Σάββατο 10 Ιουνίου ο Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων λειτούργησε στον Ιερό Ναό Κοιμήσεως της Θεοτόκου Χαλάστρας, όπου συμμετείχαν οι πρεσβυτέρες και οι μητέρες των αγάμων κληρικών της Ιεράς Μητροπόλεως.
Τον θείο λόγο κήρυξε ο Αρχιερατικός Επίτροπος Καμπανίας Αρχιμ. Θεόφιλος Λεμοντζής, ενώ στο τέλος τελέστηκε μνημόσυνο για την κατά σάρκα μητέρα του Μητροπολίτη κ. Παντελεήμονος, μακαριστή Βασιλεία Καλπακίδου, η οποία εκοιμήθη τον Ιούνιο του 2004, αλλά και για όλες τις αείμνηστες πρεσβυτέρες και μητέρες.
Μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας, εντός του Ιερού Ναού, στο πλαίσιο των «ΚΘ’ Παυλείων» έλαβε χώρα η καθιερωμένη ημερίδα πρεσβυτερών και μητέρων κληρικών που φέτος είχε ως θέμα «Από το κήρυγμα στην πράξη».
Στην αρχή ο Μητροπολίτης κ. Παντελεήμων απηύθυνε χαιρετισμό, ενώ την ημερίδα προλόγισε και παρουσίασε ο Υπεύθυνος του Γραφείου Εξωτερικής Ιεραποστολής Πρωτοπρ. Νεκτάριος Σαββίδης.
Κεντρικής ομιλήτρια ήταν η λόγια και σεβαστή Καθηγουμένη της Ιεράς Μονής Κοιμήσεως Θεοτόκου Μικροκάστρου Σιαστίστης, Γερόντισσα Θεολογία, η οποία μίλησε με θέμα: «Το λειτούργημα της Ορθόδοξης Πρεσβυτέρας».
Στο τέλος ο Μητροπολίτης κ. Παντελεήμων προσέφερε τα αναμνηστικά των «ΚΘ’ Παυλείων», ενώ η ημερίδα ολοκληρώθηκε με γεύμα, το οποίο παρέθεσε η φιλόξενη ενορία της Παναγίας σε όλους τους συμμετέχοντες.
Κατά τον χαιρετισμό του, ο Μητροπολίτης κ. Παντελεήμων, εξέφρασε λόγους ευγνωμοσύνης προς την σεβαστή Γερόντισσα, αναφέροντας μεταξύ άλλων:
Με τη χάρη του Θεού και τις πρεσβείες του ιδρυτού της τοπικής μας Εκκλησίας αγίου ενδόξου αποστόλου Παύλου πραγματοποιούμε και φέτος στο πλαίσιο των ΚΘ´ Παυλείων την καθιερωμένη Ημερίδα για τις πρεσβυτέρες και τις μητέρες κληρικών της Ιεράς μας Μητροπόλεως, που φιλοξενείται αυτή τη φορά στη Χαλάστρα υπό τη σκέπη της Παναγίας μας.
Σας καλωσορίζω με πολλή χαρά και σε αυτή τη συνάντησή μας, η οποία μας προσφέρει όχι μόνο τη χαρά της μεταξύ μας επικοινωνίας αλλά και του συμπνευματισμού και της πνευματικής ωφελείας και στηρίξεως στη δύσκολη αποστολή την οποία έχετε αναλάβει και εσείς ως σύζυγοι ή ως μητέρες των ιερέων μας.
Το θέμα της Ημερίδας μας είναι, όπως ήδη γνωρίζετε, «Από το κηρυγμα στην πράξη» και εντάσσεται στο γενικό θέμα των φετινών Παυλείων, το οποίο είναι σχετικό με το κήρυγμα του αποστόλου Παύλου.
Ο απόστολος Παύλος δεν διέτρεξε όλη την οικουμένη κάτω από τις εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες, τις οποίες περιγράφουν οι Πράξεις των Αποστόλων, και στις οποίες αναφέρεται και ο ίδιος στις επιστολες του, απλώς για να κηρύξει μία νέα θρησκεία ή κάποιες διαφορετικές απόψεις για τον Θεό. Το κήρυγμα του αποστόλου Παύλου, όπως και των άλλων αποστόλων και της Εκκλησίας μας είκοσι αιώνες τώρα, δεν είναι μία ομιλία, δεν είναι ένα μάθημα, δεν είναι μία θεωρία που πρέπει μόνο να γνωρίζουμε. Είναι η θεία αλήθεια. Είναι το Ευαγγέλιο της σωτηρίας μας. Είναι ο οδηγός της εν Χριστώ ζωής.
Επομένως, το κήρυγμα του αποστόλου Παύλου και κατ᾽ επέκταση το κήρυγμα της Εκκλησίας δεν είναι μόνο λόγος αλλά είναι και πράξη, είναι και ζωή. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο ο Χριστός δεν μας έδωσε απλώς το Ευαγγέλιό του, όπως είχε δώσει ο Θεός στην Παλαιά Διαθήκη τις δέκα εντολές στον προφήτη Μωυσή.
Ο Χριστός ήλθε στη γη και δεν δίδαξε μόνο, αλλά και έζησε μαζί με τους ανθρώπους, έζησε ανάμεσα στους ανθρώπους, συνανεστράφη με τους ανθρώπους, για να μας δείξει πως είναι η ζωή του και πως πρέπει να ζούμε και εμείς. Για να μας διδάξει ότι η ζωή των μαθητων του δεν πρέπει να είναι μία τυπική εφαρμογή των εντολών του, σαν αυτή των γραμματέων και των φαρισαίων, αλλά θα πρέπει να ειναι μία μίμηση της δικής του ζωής.
Το ίδιο διαπιστώνουμε μελετώντας και τις επιστολές του πρωτοκορυφαίου αποστόλου Παύλου προς τους χριστιανούς διαφόρων Εκκλησιών, στις οποίες κήρυξε. Σε αυτές ο απόστολος Παύλος δεν δίνει μόνο απαντήσεις σε ζητήματα που είχαν ανακύψει ούτε υπενθυμίζει μόνο όσα τους δίδαξε, όταν ήταν κοντά τους, αλλά τους παρακαλεί επανειλημμένα να μιμηθούν το παράδειγμά του. «Παρακαλώ ούν υμάς, μιμηταί μου γίνεσθε», γράφει στην πρώτη επιστολη του προς τους Κορινθίους (1 Κορ. 4.16), και συνεχίζει λέγοντας ότι γι᾽ αυτόν τον σκοπό έστειλε κοντά τους τον απόστολο Τιμόθεο, που είναι τέκνο του αγαπητό και πιστό εν Κυρίω, ο οποίος θα τους υπενθυμίσει πως βάδιζε ο ίδιος τον δρομο του Χριστού: «ος υμάς αναμνήσει τας οδούς μου τας εν Χριστώ».
Ανάλογη προτροπή επαναλαμβάνει ο απόστολος Παύλος και στη συνέχεια της ίδιας επιστολής, διευκρινίζοντας έμμεσα ότι δεν τους ζητά να μιμηθούν το παράδειγμά του κινούμενος από εγωισμο, αλλά γιατί ο ίδιος μιμείται το παράδειγμα του Χριστού. «Μιμηταί μου γίνεσθε, καθώς καγώ Χριστού», γράφει (1 Κορ. 11.1).
Ο απόστολος Παύλος γνωρίζει καλά πόσο πιο επιδραστικό είναι το παράδειγμα, η έμπρακτη εφαρμογή ενός κανόνος, από ότι η θεωρητική διατύπωσή της, καθώς ο άνθρωπος από τη φύση του έχει την τάση να μιμείται αυτό που βλέπει, και η έμφυτη αυτή τάση τον βοηθά να μαθαίνει γρηγορότερα και να προσαρμόζεται στο περιβάλλον και στον κόσμο.
Το έχουμε διαπιστώσει, άλλωστε, όλοι πολλές φορές παρατηρώντας τα μικρά παιδιά και τον τρόπο που μιμούνται τους μεγαλύτερους και μαθαίνουν προοδευτικά την καθημερινότητα και τη ζωή. Γι᾽ αυτό και ο απόστολος Παύλος επιμένει στο θέμα της μιμήσεως, γράφοντας σχετικά και προς τους χριστιανούς της Εφέσου, ενώ δεν παραλείπει να επαινέσει τους Θεσσαλονικείς, διότι έγιναν μιμητές του και μιμητες του Κυρίου. «Και υμείς μιμηταί ημών εγενήθητε και του κυρίου», γράφει στην πρώτη προς Θεσσαλονικείς επιστολή του (1 Θεσ. 1.6), και συνεχίζει υπογραμμίζοντας τη σημασία του παραδείγματος των Θεσσαλονικέων και σε άλλους πιστους: «ώστε γενέσθαι υμάς τύπον πάσιν τοις πιστεύουσιν εν τη Μακεδονία και εν τη Αχαία».
Την αξία του ζωντανού παραδείγματος τονίζει ο ουρανοβάμων απόστολος Παύλος γράφοντας και προς τον μαθητή του Τιμόθεο. Τι του λέει; «Συ δε παρηκολούθηκάς μου τη διδασκαλία, τη αγωγή, τη προθέσει, τη πίστει, τη μακροθυμία, τη αγάπη, τη υπομονή …» (2 Τιμ. 3.10), και συνεχίζει να απαριθμεί και άλλα στοιχεία της ζωής του, τα οποία, όπως βλέπουμε, τα θεωρεί ισάξια και ενισχυτικά της διδασκαλίας του. Διότι ο χριστιανος δεν εξετάζεται στη θεωρία της πίστεως, την οποία θα πρέπει βέβαια να γνωρίζει, αλλά στην πραξη, στην εφαρμογή του λόγου και της διδασκαλίας του Χριστού στη ζωή του, εάν, δηλαδή, μεταποιεί το κήρυγμα του Ευαγγελίου σε καθημερινό βίωμα, διότι «πίστις άνευ έργων νεκρά εστί».
Η επιμονή του αποστόλου Παύλου στο παράδειγμα της ζωής του δηλώνει όμως και κάτι ακόμη. Δηλώνει τη γνησιότητα και την αλήθεια της διδασκαλίας του.
Ο μέγας απόστολος δεν είναι μόνο το «στόμα του Χριστού», αλλά είναι και ο μιμητής του Χριστού. Αυτά που κηρύττει στους ανθρώπους δεν είναι κενά λόγια, δεν είναι συμβουλές και ηθικολογίες χωρίς αντίκρισμα, είναι το περιεχόμενο της ζωής του. Ο απόστολος Παύλος δεν κηρύττει μόνο Χριστό, αλλά «ζη εν αυτώ Χριστος». Έτσι διδάσκει τους ανθρώπους τον λόγο και το Ευαγγέλιο του Χριστού και συγχρόνως δείχνει με τη ζωή του πως βιώνονται αυτά τα οποία τους διδάσκει.
Και είναι τόσο ακριβής στην εφαρμογή του Ευαγγελίου, τόσο ακριβής στην εν Χριστώ ζωή, ώστε δεν υπάρχει περίπτωση οι χριστιανοί στους οποίους απευθύνεται να διαπιστώσουν κάποια διαφορά ανάμεσα σε όσα λέει και όσα πράττει ο απόστολος Παύλος.
Και αυτό το σημείο είναι που θα πρέπει να προσέξουμε ιδιαιτέρως και εμείς, όσοι έχουμε την τιμή και το προνόμιο από τον Θεό να μεταφέρουμε τον λόγο του στους ανθρώπους, είτε εμείς ως κληρικοί, είτε εσείς ως πρεσβυτέρες και μητέρες των ιερέων μας, γιατί είναι εξαιρετικά σημαντικό.
Πολλές από εσάς διακονείτε στο πνευματικό έργο της ενορίας σας, άλλες ως κατηχήτριες και άλλες ως κυκλάρχισσες στους κύκλους μελέτης της Αγίας Γραφής, και με τη διακονία σας αυτή κηρύσσετε τον λόγο του Θεού, διδάσκετε είτε στα παιδιά των κατηχητικών είτε στις κυρίες που παρακολουθούν τους κύκλους τις αλήθειες της πίστεώς μας, το θέλημα του Θεού.
Γι᾽ αυτή όμως τη διακονία δεν αρκεί να είστε καλά προετοιμασμένες και να έχετε μελετήσει όσα χρειάζεται να πείτε. Ασφαλώς η καλή προετοιμασία και η συνέπεια είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την επιτυχία του έργου. Είναι όμως αναγκαίο και απαραίτητο όσα διδάσκετε, όσα λέτε στους αδελφούς μας, μικρότερους ή μεγαλύτερους, να τα εφαρμόζετε και σείς στη ζωή σας.
Είναι πολύ σημαντικό αυτό, γιατί είναι φυσικό οι άνθρωποι να προσέχουν, να εξετάζουν τη ζωή αυτου που τους διδάσκει, να την ελέγχουν ίσως κάποιες φορές και με μεγαλύτερη αυστηρότητα ή και κάποτε με καχυποψία. Και μπορεί να βρούν και λάθη, γιατί εμείς δεν είμαστε όπως ο μέγας απόστολος Παύλος, έχουμε και αδυναμίες.
Θα πρέπει όμως να αγωνιζόμαστε και να προσπαθούμε η ζωή μας να μην είναι διαφορετική από όσα συστήνουμε και διδάσκουμε στους ανθρώπους, διότι όχι μόνο απογοητεύουμε τους ανθρώπους και τους σκανδαλίζουμε, αλλά και ακυρώνουμε το έργο που κάνουμε και γενικότερα το έργο που γίνεται μέσα στην Εκκλησία.
Πόσες φορές δεν έχουμε ακούσει συνανθρώπους μας να κατηγορούν δυστυχώς, δίκαια ή άδικα δεν έχει πάντοτε σημασία, είτε κληρικούς είτε πρόσωπα που συνδέονται με την Εκκλησία για συμπεριφορές και επιλογές που δεν είναι συμφωνες με τον λόγο του Θεού ή και έρχονται σε αντίθεση με αυτόν. Μάλιστα συχνά οι άνθρωποι έχουν την τάση να γενικεύουν και, ακόμη και εάν δούν κάτι λανθασμένο ή αντίθετο σε έναν κληρικό, σε μία πρεσβυτέρα, σε μία κατηχήτρια, βγαζουν εύκολα το συμπέρασμα ότι, δήθεν, έτσι είναι όλοι ή και αυτοί είναι σαν και μένα που δεν πάω στην Εκκλησία. Και χρησιμοποιούν αυτή την κατηγορία είτε για να δικαιολογησουν τις δικές τους πράξεις είτε για να συκοφαντήσουν την Εκκλησία και τους διακόνους της.
Καταλαβαίνετε, πιστεύω, πόσο μεγάλη είναι η ευθύνη μας απέναντι στους ανθρώπους! Ακόμη και εάν εσείς δεν έχετε κάποια άλλη αρμοδιότητα στο πνευματικό έργο της ενορίας σας, αλλά είστε η πρεσβυτέρα ή η μητέρα του ιερέως, αρκεί και αυτό για να πρέπει να προσπαθείτε να δίνετε με τη ζωή σας, με την αναστροφή σας, με τον λόγο σας, με την ανατροφή των παιδιών σας, το παράδειγμα της εν Χριστώ ζωής.
Βεβαίως, δεν εννοώ να δείχνετε κάτι διαφορετικό από αυτό που είστε ή που ζείτε, γιατί αυτό είναι υποκριτικό και ψεύτικο και ευκολα αποκαλύπτεται, προκαλώντας μεγαλύτερη βλάβη, αλλά να αγωνίζεσθε και σείς μαζί με τον ιερέα σύζυγό σας ή υιό σας και μαζί με την υπόλοιπη οικογένεια να ζείτε την εν Χριστώ ζωή, να είστε ως «πόλις επάνω όρους κειμένη», όχι για να έχετε τα πρωτεία ή την πρωτοκαθεδρία μέσα στην ενορία, αλλά για να αποτελείτε αγαθό προτυπο και για τους άλλους αδελφούς μας είτε βρίσκονται κοντά στην Εκκλησία είτε όχι.
Και εάν εσείς αγωνίζεσθε και προσπαθείτε να ζείτε με συνέπεια την εν Χριστώ ζωή, τότε και το πνευματικό έργο της ενορίας θα προάγεται, και οι άνθρωποι θα βοηθούνται, και το έργο των ιερέων μας θα έχει την υποστήριξη που χρειάζεται, για να βρίσκει ανταπόκριση στους ανθρώπους. Διότι, δυστυχώς, συμβαίνει μερικές φορές και αυτό: ο ιερέας να προσπαθεί, να κοπιάζει, να είναι συνεπής στα καθήκοντά του, να είναι ευλαβής, να κάνει ό,τι μπορεί για την ενορία του, αλλά να μην έχει για διάφορους λόγους τη συμπαράσταση της οικογενείας του.
Είναι μία δυσάρεστη κατάσταση αυτή, η οποία δεν θα πρέπει να υφίσταται. Μπορεί να υπάρχουν δυσκολίες, μπορεί να είναι μεγάλη η ευθύνη να αποτελεί κανείς μέλος μιάς ιερατικής οικογενείας, αλλά εφόσον και εσείς με τη θέληση και τη συγκατάθεσή σας αποφασίσατε να συμπορευθείτε με τον ιερέα συζυγό σας, είναι ανάγκη και καθήκον σας να του συμπαρασταθείτε και να μην ακρυώνετε την προσπαθειά του και τον κόπο του.
Το ίδιο ισχύει και για τις μητέρες των κληρικών, που είχατε την τιμή από τον Θεό να προσφέρετε στην Εκκλησία και στη διακονία των ανθρώπων το παιδί σας. Η καλύτερη έκφραση αγάπης προς τον ιερέα-παιδί σας είναι να αποτελείτε το ζωντανό παράδειγμα όσων εκείνος προσπαθεί να μεταδώσει και να κηρύξει στους ανθρώπους, έτσι ώστε και με τη δική σας συμβολή να μην περιορίζετε η Εκκλησία στο κήρυγμα, αλλά να δείχνει και τον δρόμο από το κήρυγμα στην πράξη, την οποία έχουμε ανάγκη όλοι μας, εάν θέλουμε να είμαστε ζωντανά μέλη του σώματος του Χριστού, της Εκκλησίας μας.
Με αυτές τις ταπεινές αλλά γεμάτες αγάπη πατρκές σκέψεις και αφού σας ευχαριστήσω και πάλι για την παρουσία σας στην Ημερίδα των πρεσβυτέρων και των μητέρων κληρικών, την οποία οργάνωσε η Ιερά μας Μητρόπολη θέλοντας να δείξει και με τον τρόπο αυτό το ενδιαφέρον και την αγάπη της σε όλες εσάς που αποτελείτε τους πιο στενούς συνεργάτες και συμπαραστάτες του έργου της και του έργου των ιερέων μας· θέλω να εκφράσω τις ευχαριστίες και την ευγνωμοσύνη μου και προς τη σημερινή μας ομιλήτρια, την Καθηγουμένη της Ιεράς Μονής Κοιμήσεως Θεοτόκου Μικροκάστρου Σιατίστης Γερόντισσα Θεολογία, η οποία και αυτή τη φορά δεν αρνήθηκε την προσκληση μας και βρίσκεται σήμερα κοντά μας, για να μας μιλήσει με θέμα: «Το λειτούργημα της Ορθόδοξης πρεσβυτέρας».