Ιεροψαλτικό ζήτημα και εργασιακή αποκατάσταση

Ο πρόεδρος του Σωματείου Περιφέρειας Αττικής Ηλ. Ρεδιάδης – Τούμπας μιλά για τα προβλήματα του κλάδου που αφορούν τις επαγγελματικές σχέσεις, αλλά και για την επιβίωση της μουσικής μας παράδοσης

Έντονη κινητικότητα παρατηρείται το τελευταίο εξάμηνο σε ένα σοβαρό ζήτημα για την Εκκλησία της Ελλάδος αλλά και για το πολιτιστικό γίγνεσθαι του τόπου μας. Το ζήτημα αυτό δεν είναι άλλο από το ιεροψαλτικό, που ταλανίζει την Εκκλησία της Ελλάδος από την ίδρυση του αυτοκεφάλου της έως σήμερα.

Για την ιστορία, αξίζει να αναφερθεί ότι οι ιεροψάλτες που υπηρετούν σε οργανικές θέσεις της Εκκλησίας της Ελλάδος είναι, ίσως, οι μοναδικοί εργαζόμενοι σε ΝΠΔΔ των οποίων οι αμοιβές δεν καθορίζονται από την κείμενη εργατική νομοθεσία, αλλά αποτελούν προϊόν ατομικής συμφωνίας με τα εκάστοτε ΝΠΔΔ, αν και θεωρούνται υπάλληλοι της Γενικής Κυβέρνησης.

Ο πρόεδρος του πλέον ιστορικού Ιεροψαλτικού Σωματείου του Συνδέσμου Ιεροψαλτών Περιφέρειας Αττικής «Ιωάννης ο Δαμασκηνός και Ρωμανός ο Μελωδός» Ηλίας Ρεδιάδης – Τούμπας μίλησε για το πρόβλημα του κλάδου, το οποίο πήρε διαστάσεις και εξαιτίας της πανδημίας.

«Το χρονίζον ιεροψαλτικό ζήτημα δεν είναι μονοσήμαντο. Δεν αφορά μόνο τις εργασιακές σχέσεις, αλλά είναι ταυτόχρονα και πρόβλημα επιβίωσης μιας μακραίωνης μουσικής παράδοσης, η οποία φθίνει. Η περιπέτεια της πανδημίας που “χτύπησε” τη χώρα έπληξε καίρια χώρους σύναξης ανθρώπων, όπως αυτόν της εκκλησιαστικής σύναξης, και φανέρωσε τις εγγενείς δυσκολίες της εκκλησιαστικής διοίκησης στη διαχείριση του προσωπικού αλλά και στην καθοδήγηση των πιστών» επισήμανε.

Αναφερόμενος στην κινητικότητα που παρατηρείται τελευταία, τόνισε: «Με μέριμνα του μακαριοτάτου, από την αρχή της πανδημίας, σε συνεργασία με τα ιεροψαλτικά σωματεία και την Ομοσπονδία Συλλόγων Ιεροψαλτών Ελλάδος (ΟΜΣΙΕ), βρέθηκε λύση, ώστε το προσωπικό των ιερών ναών να ενταχθεί στην πρόνοια των επιδομάτων ειδικού σκοπού, προκειμένου να εξασφαλιστεί η στοιχειώδης επιβίωσή τους.

Αυτό, φυσικά, αφορούσε και αφορά όσους εργαζομένους είχαν μια υγιή εργασιακή σχέση με τους ιερούς ναούς, δηλαδή ήταν διορισμένοι και ασφαλισμένοι».
Αξίζει να αναφερθεί ότι το καθεστώς των ιεροψαλτών ρυθμίζεται με τον Κανονισμό της Εκκλησίας της Ελλάδος 176/2006, ο οποίος ψηφίστηκε από την Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος ως προϊόν της μέριμνας του Αρχιεπισκόπου κυρού Χριστοδούλου.

Ρωτώντας τον Ηλία Ρεδιάδη – Τούμπα για τον κανονισμό αυτό, μας ανέφερε πως «χρήζει επικαιροποίησης και σε αυτή την κατεύθυνση κινείται ο ιεροψαλτικός κόσμος, σε συνεργασία με την Εκκλησία της Ελλάδος».

Χαρακτηριστικά, τόνισε: «Ενας επικαιροποιημένος κανονισμός, που να εξασφαλίζει την αξιοκρατία, την αξιολόγηση, τον έλεγχο αλλά και τη μουσική ποιότητα της λατρείας της Ορθόδοξης Εκκλησίας, με σεβασμό στον χαρακτήρα του ορθόδοξου δόγματος και της ορθόδοξης παράδοσης».

Είναι όμως μόνο αυτό το οποίο θα δώσει ανάσα σε μια τέχνη αιώνων και θα ανακουφίσει περίπου 10.000 ιεροψάλτες, που υπηρετούν στην Εκκλησία της Ελλάδος; Ο πρόεδρος του συνδέσμου μάς ενημέρωσε ότι στο περιοδικό «Ιεροψαλτικά Νέα» του 1991 αναφέρεται η πρόθεση της τότε κυβέρνησης για τον διορισμό 1.000 ιεροψαλτών στο Ελληνικό Δημόσιο.

Ρωτήσαμε τον Ηλία Ρεδιάδη – Τούμπα για την πρόθεση της ελληνικής κυβέρνησης ήδη από το 1991 και μας διευκρίνισε τα εξής: «Πράγματι, η τότε κυβέρνηση είχε απευθυνθεί στο δευτεροβάθμιο ιεροψαλτικό όργανο, δηλαδή στην ομοσπονδία μας, για το τυπικό και το ουσιαστικό μέρος πραγματώσεως μιας πάγιας απαίτησης του κλάδου. Δηλαδή, για τον αρχικό διορισμό τουλάχιστον 1.000 ιεροψαλτών στο Δημόσιο με τη διαδικασία του ΑΣΕΠ, την οποία καθιέρωσε ο Αν. Πεπονής, πολιτικός της Ενώσεως Κέντρου και αργότερα του ΠΑΣΟΚ. Δυστυχώς, όσο και αν φανεί παράξενο, η πρόθεση της κυβέρνησης δεν προχώρησε εξαιτίας συντεχνιακών μα κυρίως προσωπικών συμφερόντων. Μια τέτοια πρόταση έχει υποβληθεί διά της συνοδικής οδού προς την κυβέρνηση. Η μελέτη που καταθέσαμε επιβαρύνει τον Κρατικό Προϋπολογισμό μόλις κατά 0,065% του ΑΕΠ, είναι πλήρως κοστολογημένη, τεκμηριωμένη, καλύπτει αναλογικά όλες τις Ιερές Μητροπόλεις και βρίσκεται στα χέρια του μακαριοτάτου. Επίσης, θα ήθελα να επισημάνω την τεράστια συμβολή του αείμνηστου Μιλτιάδη Εβερτ, ο οποίος, ως υπουργός Οικονομικών, ίδρυσε βυζαντινή χορωδία, το μόνο επαγγελματικό χορωδιακό σχήμα που γνώρισε η Ελλάδα στον τομέα της ψαλτικής τέχνης, η οποία, υπό τη χοραρχία του Θεόδωρου Βασιλικού, πραγματοποίησε σπουδαίο έργο εντός και εκτός Ελλάδος. Για να μην αδικήσω δε κανέναν πολιτικό μας άνδρα, οι νεότεροι θα πρέπει να ξέρουν ότι ο αείμνηστος Γεώργιος Ράλλης ήταν εκείνος που τη δεκαετία του 1960 αποκατέστησε στα προγράμματα της τότε ΕΙΡ την παραδοσιακή εκδοχή της εκκλησιαστικής μας μουσικής».

Όχι υπάλληλος αλλά ενεργό μέλος της ενορίας

Είναι γεγονός ότι κύριο ζήτημα των ιεροψαλτικών σωματείων είναι η εργασιακή σχέση και η αποκατάσταση. Ο κ. Ρεδιάδης – Τούμπας τόνισε για το συγκεκριμένο πρόβλημα: «Το εργασιακό είναι μόνο ένα ζήτημα. Σαφώς μας απασχολούν η ποιότητα της μουσικής της λατρείας, η απουσία χορωδιών, που αποτελεί προαπαιτούμενο της ορθόδοξης λατρείας, η λειτουργική αναγέννηση, η οποία πρέπει να περάσει μέσα από τη βάσανο του διαλόγου σε σχέση με τα νέα κοινωνικά δεδομένα, ο ποιμαντικός ρόλος της ψαλτικής τέχνης, ο μετασχηματισμός του ιεροψάλτη όχι μόνο ως υπαλλήλου αλλά ως ενεργού μέλους της ενορίας που υπηρετεί, με δεδομένο πως οι ιεροψάλτες είναι άνθρωποι υψηλής κατάρτισης, ειδικά στις πόλεις, και από αυτής της απόψεως έχουν να προσφέρουν πολλά στο γενικότερο έργο της Εκκλησίας».

Στέφη Χριστοδούλου

*Αναδημοσίευση από την εφημερίδα “Ορθόδοξη Αλήθεια”