Την Τετάρτη, 27η Σεπτεμβρίου 2023, εορτάστηκε υπό του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων η εορτή της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού.
Κατά την εορτήν αυτήν η Εκκλησία αναμιμνήσκεται ότι η Αγία Ελένη, αποσταλείσα εις τους Αγίους Τόπους υπό του υιού αυτής Μεγάλου Κωνσταντίνου, εύρεν επί του Φρικτού Γολγοθά τον Τάφον του Κυρίου και τον Σταυρόν, επί του οποίου προσηλώθη διά την σωτηρίαν ημών, και ανήγειρε τον Ναόν της Αναστάσεως εις την δεκαετίαν του 326-336 μ.Χ.
Προς δόξαν του Σταυρωθέντος και Αναστάντος Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, η Αγία Ελένη ετέλεσε τα Εγκαίνια του περικαλλούς Ναού αυτού την 13ην Σεπτεμβρίου του 336 μ.Χ. παρουσία του Αρχιεπισκόπου Ιεροσολύμων Μακαρίου. Τότε ανύψωσε τον Σταυρόν του Χριστού, διά να ατενίζουν μακρόθεν αυτόν τα αθρόα συνελθόντα πλήθη, τα οποία ανεφώνησαν πολλάκις το «Κύριε ελέησον, Κύριε ελέησον».
Η πράξις αύτη παρέμεινεν ως παράδοσις έκτοτε εις την Εκκλησίαν, εορταζομένη την επομένην της εορτής των Εγκαινίων, ήτοι την 14ην Σεπτεμβρίου.
Προς τιμήν του γεγονότος τούτου ετελέσθη Μέγας Εσπερινός αφ’ εσπέρας εις το Καθολικόν του Ναού της Αναστάσεως μετά θυμιάματος και Αρτοκλασίας, προεξάρχοντος του Πατρός ημών και Πατριάρχου Ιεροσολύμων κ.κ Θεοφίλου.
Την πρωΐαν της εορτής, Τετάρτης 14ης /27ης Σεπτεμβρίου 2023, ετελέσθη θεία Λειτουργία εις το Καθολικόν του Πανιέρου Ναού της Αναστάσεως προεξάρχοντος του Μακαριωτάτου Πατρός ημών και Πατριάρχου Ιεροσολύμων κ.κ. Θεοφίλου και συλλειτουργούντων του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καπιτωλιάδος κ. Ησυχίου, του Μητροπολίτου Ξάνθης κ. Παντελεήμονος, δύο Αρχιερέων του Πατριαρχείου της Σερβίας, του ηγουμένου της Μονής Βλατάδων Θεοφιλεστάτου Επισκόπου Αμορίου κ. Νικηφόρου, των Σεβασμιωτάτου Αρχιεπισκόπων Γεράσων κ. Θεοφάνους, Κωνσταντίνης κ. Αριστάρχου, Πέλλης κ. Φιλουμένου, του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ελενουπόλεως κ. Ιωακείμ, του Σεβασμιωτάτου Αρχιεπισκόπου Μαδάβων κ. Αριστοβούλου, Αγιοταφιτών Ιερομονάχων, ων πρώτος ο Γέρων Καμαράσης Αρχιμανδρίτης π. Νεκτάριος, ιερέων άλλων Ορθοδόξων Εκκλησιών, του Αρχιδιακόνου π. Μάρκου και του Ιεροδιακόνου π. Ευλογίου, ψάλλοντος του Ιεροδιακόνου π. Συμεών και του κ. Αγγέλου Γιαννοπούλου και βοηθών αυτών ψαλτών εντοπίων και εξ Ελλάδος, τη συμμετοχή αθρόου ευσεβούς εκκλησιάσματος παρουσία του Γενικού Προξένου της Ελλάδος κ. Δημητρίου Αγγελοσοπούλου.
Άμα τη Απολύσει της θείας Λειτουργίας ήρχισε η λιτανεία από του Καθολικού και διελθούσα διά του προσκυνήματος της Αγίας Αποκαθηλώσεως κατήλθεν διά των βαθμίδων εις το παρεκκλήσιον της Αγίας Ελένης και μετά το θυμίαμα του Ιερού των Αρμενίων και του Θρονίου της Αγίας Ελένης κατηυθύνθη εν τω Σπηλαίω της Ευρέσεως του Τιμίου Σταυρού. Εκεί έλαβε χώραν η ύψωσις εις τον τόπον της Ευρέσεως αυτού, υπό του Πατρός ημών και Πατριάρχου Ιεροσολύμων κ.κ. Θεοφίλου και ανυψώθη το Τίμιον Ξύλον προς τα τέσσαρα σημεία του ορίζοντος και ακολούθως εψάλη το «Ο Υψωθείς εν τω Σταυρώ εκουσίως» και «Τον Σταυρόν Σου προσκυνούμεν Δέσποτα και την Αγίαν Σου Ανάστασιν δοξάζομεν». Μετά την τοποθέτησιν του Τιμίου Σταυρού εις το σημείον της Ευρέσεως αυτού προσεκύνησαν οι Αρχιερείς και ο κ. Γενικός.
Ακολούθως η λιτανεία κατηυθύνθη εις τον Πανάγιον Τάφον και επορεύθη τρις πέριξ αυτού, του Τιμίου Ξύλου βασταζομένου επί των κεφαλών της Α.Θ.Μ. και των Αρχιερέων και ακολούθως ανήλθεν εις τον Φρικτόν Γολγοθάν, όπου και εκεί ανυψώθη και πάλιν υπό του Μακαριωτάτου εις τα τέσσαρα σημεία του ορίζοντος, εν ω οι αθρόως προσελθόντες πιστοί έψαλλον το «σώσον Κύριε τον λαόν σου» και «τον σταυρόν σου προσκυνούμεν Δέσποτα». Εκεί προσεκύνησαν και πάλιν οι Αρχιερείς, ο κ. Γενικός και πας ο λαός βαστάζοντες τους κλώνους των βασιλικών και φυλάττοντες αυτούς διά βοήθειαν εις τας οικίας αυτών.
Μετά την Απόλυσιν εγένετο η προσκύνησις υπό του εκκλησιάσματος του Τιμίου Ξύλου, του φυλασσομένου εις την θήκην του βασιλέως Ιουστινιανού.
Άμα τη λήξει της τελετής της Υψώσεως, η Πατριαρχική Συνοδεία ανήλθεν εις τα Πατριαρχεία μετά πλήθους πιστών, τους οποίους προσεφώνησεν ο Πατριάρχης ως έπεται:
«Χριστός εν σταυρώ· συνέλθωμεν και κοινωνοί των παθημάτων, ίνα και της δόξης Αυτού γενώμεθα. Χριστός εν νεκροίς, νεκρωθώμεν τη αμαρτία, ίνα τη δικαιοσύνη ζήσωμεν … Χριστός εν άδη· προς την υψοποιόν ταπείνωσιν συγκατέλθωμεν, ίνα και συναναστώμεν και συνυψωθώμεν και συνδοξασθώμεν, τον Θεόν ορώντες αεί και ορώμενοι», λέγει ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός.
Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί,
Ευλαβείς Χριστιανοί και προσκυνηταί,
Η δύναμις του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού μας ηξίωσε να εορτάσωμεν εν αυτώ τούτω τω τόπω της υπό της Αγίας Ελένης ευρέσεως αυτού αλλά και εν τω τόπω της Σταυρώσεως του Θεού και Σωτήρος ημών Χριστού εν τω Φρικτώ δηλονότι Γολγοθά, τον επικαλούμενον «Κρανίου Τόπον», την παγκόσμιον αυτού Ύψωσιν.
Το μέγα όντως μυστήριον της θείας Οικονομίας ως και του Τιμίου Σταυρού, του οποίου «ο λόγος τοις μεν απολλυμένοις μωρία εστί, τοις δε σωζομένοις ημίν δύναμις Θεού εστι», (Α΄ Κορ. 1,18), δεν δύναται να κατανοηθή διά της ανθρωπίνης λογικής, αλλά μόνον διά της πίστεως και της καθαρότητος της ψυχής, ως λέγει ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός: «Μέγα γαρ ομολογουμένως το της θείας Οικονομίας μυστήριον ου νοήσει, πίστει δε μόνη χωρούμενον, αγνείας ψυχικής, εκ φόβου θείου και πόθου συνισταμένης δεόμενον».
Ο Σταυρός είναι η θυσιαστική δύναμις του Θεού· και τούτο διότι εν τω Σταυρώ και διά του Σταυρού ετελέσθη το μέγα μυστήριον της σωτηρίας του ανθρώπου. Γέγραπται γαρ «Ο Θεός βασιλεύς ημών προ αιώνων ειργάσατο σωτηρίαν εν μέσω της γης», (Ψαλμ. 73,12). Ο δε Υιός του Θεού, ο Χριστός, ηγάπησε ημάς και παρέδωκεν Εαυτόν υπέρ ημών προσφοράν και θυσίαν τω Θεώ εις οσμήν ευωδίας (Εφ. 5,2). Διά τούτο και εγένετο τοις υπακούουσιν αυτώ πάσιν αίτιος σωτηρίας αιωνίου», (Εβρ. 5,9).
Ο Σταυρός του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού είναι «η ωραιότης της Εκκλησίας», «το στήριγμα των πιστών», το «όπλον κατά του διαβόλου». Ο Σταυρός είναι το τρόπαιον του Χριστού, διά του οποίου οι δαίμονες τρέπονται εις φυγήν. «Τρόπαιον γαρ Χριστού ο σταυρός· άπαξ μεν παγείς, αεί δε δαίμονας τρεπόμενος», λέγει ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός.
Ο δε Άγιος Κοσμάς επίσκοπος Μαιουμά εξαίρων τον λόγον της σημερινής μεγάλης εορτής, της Υψώσεως δηλονότι του Τιμίου Σταυρού, αναφωνεί υμνολογικώς: «Μυστικώς ει Θεοτόκε Παράδεισος, αγεωργήτως βλαστήσασα Χριστόν, υφ’ ου το του Σταυρού ζωηφόρον εν γη πεφυτούργηται δένδρον· δι’ ου νυν υψουμένου, προσκυνούντες αυτόν σε μεγαλύνομεν».
Με άλλα λόγια, ο Ιησούς Χριστός, ως τέλειος Θεός, είναι αυτός, ο οποίος εφύτευσεν «το ξύλον της ζωής του Παραδείσου», (Γενεσ. 2,9). Ο Ίδιος κατά την εκ των αγνών αιμάτων της Παρθένου και Θεοτόκου Μαρίας ενσαρκώσεως και ενανθρωπήσεώς Του εφύτευσε «το του Σταυρού ζωηφόρον εν γη δένδρον».
Το ζωηφόρον δε τούτο δένδρον δεν είναι άλλο από το ξύλον του Σταυρού, επί του οποίου εσταυρώθη και εν τω οποίω «έχομεν την απολύτρωσιν διά του αιματος αυτού, την άφεσιν των παραπτωμάτων κατά τον πλούτον της χάριτος αυτού», (Εφ. 1, 7-8). Διά του σταυρού προσκυνούμεν «τον εν αυτώ τω σταυρώ υψωθέντα και θυσιασθέντα υπέρ των αμαρτιών ημών Χριστόν τον Θεόν ημών». Προσέτι τιμώμεν και μεγαλύνομεν την υπερευλογημένην Θεοτόκον και Μητέρα του Θεού, την γεννήσασαν τον Θεόν Λόγον και Σωτήρα ημών Κύριον Ιησούν Χριστόν, ω η δόξα και το κράτος νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν. Έτη πολλά».
Μετά την προσφώνησιν ταύτην τούτους ηυλόγησεν ο Πατριάρχης, εν ω απένειμε την τιμητικήν διάκρισιν του Ανωτέρου Ταξιάρχου του Τάγματος των Ιπποτών του Παναγίου Τάφου εις τον ηγούμενον της Ιεράς Μονής Βλατάδων Θεοφιλέστατον Επίσκοπον Αμορίου κ. Νικηφόρον εις αναγνώρισιν και εκτίμησιν του επιτελουμένου υπό του κέντρου της Μονής ταύτης αξιολόγου θεολογικού και ενωτικού των Εκκλησιών έργον και της παροχής φιλοξενίας εις φοιτητάς του Πατριαρχείου εις αυτό.
Τα πλήθη των πιστών, λαβόντες την Πατριαρχικήν ευλογίαν, ανέπεμψαν δόξαν εις τον Θεόν διά την σωτηρίαν, την οποίαν παρέσχεν εις τον κόσμον διά του Σταυρού του Υιού Αυτού.